(Βιβλίο: ΑΓΑΠΑΤΕ ΑΛΛΗΛΟΥΣ Κεφ. 17)
Ειμί μεθ’ υμών. Ειμί εν υμίν. Τίς εξ υμών Με ορά; Ο έχων οφθαλμούς και ώτα
εστραμμένα εις τας υλικάς αυτού επιθυμίας ουχ ευρήσει το Φως και την Αλήθειάν
Μου, διότι περισπώμενος εκ της αναζητήσεως των μέσων, δι’ ων θα ηδύνατο να
ικανοποιήσει τας υλικάς του ανάγκας, καλύπτει τους οφθαλμούς του με το έρεβος
των βαρέων υλικών του φρονημάτων, μη δυνάμενος ούτω να ατενίση τους
πνευματικούς του ουρανούς, εξ ων το Φως Μου ανατέλλει.
Πολλοί εξ υμών αδελφοί
εζήτησαν να Με ανεύρουν εν τη πενιχρά αυτών προσφορά και άλλοι εις την
ευτελή αυτών φιλοδοξίαν. Άλλοι εζήτησαν να Με εύρουν εις την αποδοχήν αυτών εκ
των αδελφών των και άλλοι εις τας πεπερασμένας των διανοιών αυτών ιδέας. Άλλοι
εζήτησαν να Με εύρουν εις μαθητάς και ακολούθους και άλλοι εις την επιστασίαν
των αδελφών των. Πολλοί προσεπάθησαν να Με εύρουν εν τη συλλήψει μεγαλεπηβόλων
σχεδίων τα οποία όμως άλλοι θα πραγματοποιούσαν.
Πάντες απέκτησαν όσα αν
ηθέλησαν, ουδείς όμως ήλθε πρός Με, ότι ουδείς εζήτησε να εύρη, καθαρά τη
καρδία, Εμέ τον Ίδιον. Οδηγούμενοι εκ της τυφλής υμών φιλοδοξίας
αντιληφθήκατε εκ του αποτελέσματος ότι οδηγηθήκατε μάλλον εν τω σκότει, παρά
εις τας φωτεινάς εκτάσεις της Απείρου Πνευματικής Μου Εστίας.
Η αχλύς και το ημίφως, α
επέβαλον ο περιορισμός και η κοντοφθαλμία, εκάλυψαν τους οφθαλμούς και τα ώτα
υμών. Μη δυνάμενοι ούτω να συλλάβετε την φαεινήν Ακτίνα του Πνευματικού Μου
Φωτός, περιορισθήκατε να λαμβάνετε ταύτην εξ αντικατοπτρισμών και
αντανακλάσεων. Αι καρδίαι υμών ομοιάζουν ως να φωτίζωνται υπό σεληνόφωτος και
ουχί απ’ ευθείας εκ των Ζωοφόρων ακτίνων του Πνευματικού Μου Ηλίου.
Πού υμών η γαλήνη; Πού υμών η
πραότης; Πού υμών η αταραξία και το απροσπέλαστον τείχος της ειρήνης, ού την
αρμονίαν πολλάκις κατά το παρελθόν εδοκιμάσατε αναπαυόμενοι εις την αγκάλην Μου;
Αλλά και τότε εισέτι ο περιορισμός υμών και η άγνοια εις ην αφεθήκατε να
οδηγηθήτε, επεκράτησεν εις τον νουν και την καρδίαν υμών λέγοντες ότι Εγώ
εγκατέλειψα υμάς, ή δι’ αόριστον τινά αιτίαν αφήκα υμάς μόνους εν τω μέσω
αντενεργών δυνάμεων.
Ήλθον πλησίον υμών ως έμπνευσις, ως Διδασκαλία, ήλθον ως
αδελφός εκτείνων την χείρα προς υμάς, ήλθον ως πλησίον, ήλθον ως μαθητής, ήλθον
ως κατατρεγμένος, ήλθον ως φωτισμένος, ήλθον ως γέρων, ήλθον ως νέος, ήλθον ως
αρνητής, ήλθον ως αδαής, ήλθον ως ξένος και ουδόλως έγνωτέ Με, αλλά παρ’ όλα ταύτα εξακολουθείτε να επιμένετε ότι δύνασθε να Με
αναγνωρίσετε ως Διδάσκαλον.
Τίς Εγώ, Όστις έκλινα το γόνυ προ υμών ίνα πάντας
ανορθώσω εις την Αυτήν Τελειότητά Μου;
Τίς Εγώ, ο ταπεινωθείς παρ’ υμών ίνα απορροφήσω την σκληρότητά
σας;
Τίς Εγώ, ο Μέγιστος υπηρέτης και Κύριος των πάντων;
Εκάλεσα υμάς φίλους και
αδελφούς. Κατά
ποίον τρόπον ανταποκριθήκατε εις την προσφώνησίν Μου; Θα είπητε πολλά, όμως Εγώ
λέγω ότι ανταποκριθήκατε εν ω μέτρω έκαστος αντελήφθη την θέσιν ην έδωκα υμίν
με την προσφώνησιν ταύτην.
Τι υμείς εστέ, όταν ο μείζων υμών εστίν
επιστάτης των άλλων; Αλλά τι υμείς εστέ, όταν ο Κύριος πασών των Εξουσιών καλεί
υμάς συνεργάτας, φίλους και αδελφούς, υμείς δε θεωρείτε ταπείνωσιν την
διακονίαν των αδελφών υμών;
Εκείνος όστις αληθώς κατέχει
ου κραυγάζει ουκ έτι αδημονεί την εκδήλωσιν των υπ’ αυτού κατεχομένων δυνάμεων
και εξουσιών, αλλά αναμένει με πίστιν και υπακοήν ακόμη και όταν αισθάνεται
πλήρως έτοιμος και σίγουρος τη Εμή αδεία και εντολή διά να ενεργήση, έρχεται
δε πάντα πρός Με ακόμη και ιστάμενος εις τας υψηλοτέρας βαθμίδας της εξελίξεως
του ανθρωπίνου πνεύματος, ίνα διευκρινίση πάσαν τυχόν απορίαν αυτού και
πάσαν τυχόν αδυναμίαν του αποκαταστήση.
Ούτος αληθώς μαθητής Μου εστί,
εν τη Εμή Αληθεία μένων, ότι πας ο προς Με κείμενος Εμέ αναγνωρίζει και την
Αλήθειαν ου ζητεί εν ταις μελέταις των άλλων, αλλά την υπ’ Εμού εκπορευομένην
προς όλους όσους Εμέ ατενίζουν λαμβάνει.
Τίς ουν Εγώ, όστις λέγω μεθ’
υμών Ειμί; Ει
υμείς αληθώς οίδατε την Παρουσίαν Μου εν τω μέσω υμών, ποία αναγκαιότης θα
υφίστατο ίνα είπω σας τούτο; Ει δε Εγώ εξακολουθώ να Είμαι εν τω μέσω υμών, τίς
εξ υμών δύναται να είπη ότι εστί τοσούτον τέλειος ως καγώ Ειμί; Επιθυμώ να
καταστήσω υμάς Τελείους, και διά τούτο θα εξακολουθώ να παρευρίσκωμαι εν τω
μέσω υμών, όσον και υμείς θα εξακολουθήτε να έχετε χρείαν της Παρουσίας Μου.
Μη ουν ζητείτε ανάπαυσιν, μη βαρυγκομείτε, μην
εγκωμιάζετε τα έργα υμών, ότι ουδείς ηργάσθη πλείον Εμού,
ουδείς επόνεσε πλείον Εμού, ουδείς εκοπίασε πλείον Εμού, ουδείς έπραξε τι
πλείον Εμού, αλλά πάντες καλείσθε να
κοπιάσετε, να πράξετε, να πονέσετε, και να εργασθήτε ως Εγώ, να προσφερθήτε ως
Εγώ, να ανυψώσετε ψυχάς ως Εγώ και να μεταφέρετε όλα όσα ελάβατε παρ’ Εμού, διασαλπίζοντες
το Μήνυμα τοις αδελφοίς υμών λέγοντες: Ήλθεν και
νυν εστίν η Βασιλεία των Ουρανών.
Ουδείς εκ του χοός εκκινηθείς δύναται ίνα εις την
Τελειότητα πορευθή, ειμή πρώτον ούτος, Τέλειος προ της εκ του χοός αυτού
εκκινήσεως εστίν. Ούτω, ουδείς εξ ανθρώπων δύναται σωθήναι, ότι ουδείς εξ αυτών κατέστη Τέλειος προ της εκκινήσεως αυτού, της εκ του
χοός ταύτης αρξαμένης.
Ο Νόμος δε ούτος εκ του Πατρός
εστίν, ούτω δε ουκ αντιπαρέρχεται ούτε και παρελεύσεται αν μη τις εξ ανθρώπων
τον Νόμον τούτον ως και το βάρος αυτού, διά της αυτού τελειοποιήσεως άρη.
Τίς όμως εκ των ανθρώπων έστω
και εν τη διηνεκή αυτού πάλη μετά των κατωτέρων αυτού στοιχείων των εκ της ύλης
προερχομένων, ηδυνήθη ίνα υπερπηδήση τον φραγμόν τούτον, όστις διά της επιλογής
της αρχικής ταύτης του ανθρώπου, ετέθη εις λειτουργίαν άχρι σήμερον; Διότι πάσα
προσπάθεια προς την κατεύθυνσιν ταύτην δεν εβοήθησε τον άνθρωπον ίνα εξελιχθή
πέραν της Αγιότητος, τουτέστιν της ανελίξεως και της τελειοποιήσεως της ατομικής αυτού εκδηλώσεως.
Άνθρωπον όμως ως Εν
εδημιούργησεν ο Πατήρ και ως Εν θέλει αυτόν εν τη Τελειοποιήσει του εκ νέου
εισπορευθή. Ούτω η Αγιότης, Τελειότης παρά τοις ανθρώποις εστίν, όμως
προς τον Θεόν και την Άπειρον Αυτού και Αΐδιον Ύπαρξιν εν τω πεπερασμένω τούτω
υλικώ Κόσμω, ως ατέλεια παραμένει. Διά τούτο μεθ’ υμών εκ νέου Ειμί. Ως
Άνθρωπος Άνω Θρώσκων και Άνθρωπος - Λόγος, Θεός Τέλειος ως εκ της Τελειότητος
εξεπορεύθην. Εκ της Τελειότητος δε εκπορευθείς Εν μετά της Απείρου και Ανάρχου
Θεότητος Ειμί, εσαεί δε εν Αυτή μένων και ουδέποτε εκπεσών και πάσαν επί μέρους
επί της γης εκδήλωσιν του Ανθρώπου κατέχων, θέλω μετά της Θυσίας Μου, Παν εν
Εμοί Πνεύμα οιασδήποτε εξελίξεως και ποιότητος εν τη Τελειότητί Μου αναγάγει.
Ούτω ως υμείς νοείτε Ειμί
πανταχού παρών και τα πάντα πληρών ως ο Θεός του Κόσμου τούτου, εκ του Απείρου
δε Δημιουργού Μου και Πατέρα επιφωτιζόμενος την Αλήθειαν Αυτού, ως Αυτός ο
Ίδιος αποκαλύπτω υμίν, φέρων την Ένσαρκον Παρουσίαν Του επί της Γης. Διά
τούτο λέγω υμίν, όστις Θεόν εθεάθη, θεός εις το πλήρωμα του χρόνου
καταστήσεται, πάντες δε υμείς, εν τη Θεώσει Μου το δικαίωμα εν τη εκδηλώσει της
υμών Θεότητος λήψεσθε.
Μία Υπερτάτη Δύναμις υπάρχει,
ενεργεί, δρα και Βασιλεύει εν τω Απείρω. Μία Πνευματική Οντότης. Μία Ακένωτος
Πνευματική Εστία. Εις μόνον Πνευματικός Νους, εν τω Απείρω διαστήματι λάμπων
και τους σύμπαντας Απείρους Κόσμους φωτίζων. Εις και μόνον Αναλλοίωτος,
Αδέκαστος, Άφθαστος, Ατελεύτητος, Υπερτέλειος εν Τελειοτάτοις, Υπεραιώνιος εν
Αιωνίοις, Υπεράγαθος εν Αγαθοίς, Υπέρτατος εν Υπερτάτοις και Ούτος είναι ο
πάντων Παντεπόπτης και Δικαιοκρίτης Θεός.
Ο Πατήρ, η Άρχουσα Υπερτάτη
Δύναμις, η κατέχουσα εν Εαυτή πάσας τας Εξουσίας, συγκεντρώνει αυτάς εις την
Μίαν Απόλυτον και Μοναδικήν Δόνησιν του Δημιουργικού Αυτής Λόγου, όστις
Δημιουργεί εκ του Μηδενός πάσαν εκδήλωσιν Ζωής, ως ο Ίδιος ο Πατήρ, εν Αυτώ δε
μένων και εξ Αυτού εκπορευόμενος εστίν η ορατή, απτή και κατανοητή Εικών του
Πατρός διά παν Αυτού Δημιούργημα.
Εν αρχή ην ο Λόγος, πριν δε
του Λόγου ην ο Πατήρ ο Αδημιούργητος και Δημιουργός πάντων των εν Ζωή
υφισταμένων. Ζωή δε εστίν ο Πατήρ, ταύτην δε την Ζωήν εδημιούργησε διά της
Γεννήσεως του Λόγου, εκ του Απολύτου Απείρου και Ακενώτου Αυτού Είναι.
Φως δε εστίν ο Λόγος και
Αλήθεια και Ζωή, η δε εκδήλωσις Αυτού, εφώτισε διά του Ζωοδόχου Αυτού
Φωτός παν ήδη υπάρχον εν τω Πατρί δίδων αυτώ την Ζωήν εν τω Αληθινώ Φωτί. Ο
Πατήρ εφώτισε τον Εαυτόν Του και ιδού εγένετο η Δημιουργία, η εσαεί μεν
υπάρχουσα εν τω Πατρί ως Εν μετ’ Αυτού, αλλ’ ανεκδήλωτος άχρι της εκδηλώσεως
του Λόγου.
Ο Δημιουργικός Ήχος του Πατρός
εποίησε το Φως, τούτο δε εξ Αυτού εκπηγάζον εν τω Υιώ μένει και εκ του Υιού
διαχεόμενον τους Κόσμους Φωτίζει φέρον τον Πατέρα εν εκδηλώσει. Ο Πατήρ
Φωτίζει τον Εαυτόν Του. Ιδού η Δημιουργία. Ο Πατήρ ενεργεί τω Εαυτώ Του.
Ιδού το Μεγαλείον της Ανάρχου Θεότητος. Ιδού το Μυστήριον της Ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου