του Γιώργου Κλειδαρά
Η ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Οι επιφανειακά
συγκρουόμενες αφηγήσεις της δημιουργίας του ανθρώπου, όπως φαίνονται στο πρώτο
και δεύτερο κεφάλαιο της Γένεσης, κρύβουν κάτι αποκαλυπτικό. Στο πρώτο κεφάλαιο
αναφέρεται πως ο άνθρωπος ήταν το τελευταίο από τα ζωντανά όντα που
δημιουργήθηκαν, ενώ στο δεύτερο γράφεται πως δημιουργήθηκε πριν από τα
υπόλοιπα. Ας σημειωθεί πως το πρώτο
κεφάλαιο ασχολείται κυρίως με τη δημιουργία της μορφής. Το δεύτερο αφιερώνεται
στη ζωή, ενώ το πέμπτο ασχολείται με τη συνείδηση. Το κλειδί είναι να
κατανοήσουμε την διαφοροποίηση της φυσικής μορφής από τη ζωή, η οποία
δημιουργεί τη μορφή για να εκφραστεί. Βλέποντας
τον άνθρωπο από την όψη ζωής, δημιουργήθηκε πρώτος. Ενώ από την άποψη της
μορφής, όπως το πρώτο κεφάλαιο, δημιουργήθηκε
τελευταίος.
Μόνο εκείνη η ζωή που
είναι ικανή για ανάπτυξη, προσαρμοστικότητα και δυνατότητα βελτίωσης που
εδρεύουν στις μορφές που εμψυχώνει, έχει την πρωτοπορία της εξέλιξης. Κάθε τι
άλλο πρέπει να αφήνεται πίσω. Πρόοδος δεν είναι μόνο ξεδίπλωμα ικανοτήτων. Δεν
υπάρχει μόνο εισέλιξη και εξέλιξη. Υπάρχει
και ένας τρίτος παράγοντας που δημιουργεί μια τριάδα: εισέλιξη, εξέλιξη και
επιγένεση. Η εισέλιξη του πνεύματος στην ύλη συντηρείται με σκοπό τη δόμηση
της μορφής. Η εισέλιξη του πνεύματος συμβαδίζει με την εξέλιξη της μορφής
επίσης. Μόνο ό,τι είναι ευπροσάρμοστο σε διάπλαση νέων μορφών που είναι
κατάλληλες για την έκφραση της επεκτεινόμενης συνείδησης, μπορεί να ενταχθεί
στους πρωτοπόρους κάθε κύματος ζωής. Αυτή η νομοτέλεια αφορά και την αγάπη μας
προς τον πλησίον.
Η ίδια δύναμη που ο
άνθρωπος εξωτερικεύει για να φτιάξει, να εφεύρει σήμερα την τεχνολογία που
φτιάχνει, κάποτε χρησιμοποιήθηκε εσωτερικά για την δόμηση ενός φορέα έκφρασης.
Η ίδια δύναμη με την οποία ο άνθρωπος τώρα βελτιώνει τις εξωτερικές του
συνθήκες κατά την εισέλιξη, χρησιμοποιήθηκε για σκοπούς εσωτερικής ανάπτυξης.
Η μορφή δημιουργήθηκε
μέσω εξέλιξης. Το πνεύμα τη δόμησε και την ενοίκησε μέσω της εισέλιξης. Αλλά το
μέσον για τις επιπλέον βελτιώσεις είναι η επιγένεση. Με την αντίληψη που θεωρεί
κάθε τι σαν αποτέλεσμα παρελθοντικών καταστάσεων, θεωρείται ότι οι βελτιώσεις
των αρχικών μορφών ήταν σε λανθάνουσα κατάσταση. Επίσης η εξέλιξη εκλαμβάνεται
σαν απλή ανάδυση των εν σπέρματι βελτιώσεων και αποτελεί την επιγένεση. Αυτή η
αντίληψη δεν αφήνει περιθώρια για δημιουργία τίποτα καινούργιου, ούτε
δυνατότητες για πρωτοτυπία. Σκοπός της
εξέλιξης είναι η ανάπτυξη του ανθρώπου από στατικό σε δυναμικό Θεό, ένα
Δημιουργό, η ενεργοποίηση του κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση. Αν η ανάπτυξη
που υφίσταται προς το παρόν, μέλλει να είναι η εκπαίδευσή του και αν στη πορεία
εκδηλώνει απλά λανθάνουσες πραγματικότητες, πώς μαθαίνει να δημιουργεί; Αν η
ανθρώπινη ανάπτυξη συνίσταται μόνο στην εκμάθηση δόμησης διαρκώς καλύτερων
μορφών, σύμφωνα με πρότυπα που υπάρχουν στο νου του δημιουργού του, μπορεί στην
καλύτερη περίπτωση να γίνει ένας καλός μιμητής, αλλά ποτέ δημιουργός.
Προκειμένου να γίνει ένας ανεξάρτητος αυθεντικός δημιουργός, πρέπει
απαραίτητα η εκπαίδευσή του να περιλαμβάνει επαρκή ευρύτητα και την εξάσκηση
της ατομικής πρωτοτυπίας, η οποία ξεχωρίζει τη δημιουργία από τη μίμηση. Για όσο
διάστημα μερικά χαρακτηριστικά της παλαιάς μορφής ανταποκρίνονται στις
απαιτήσεις προόδου, διατηρούνται. Αλλά σε κάθε επαναγέννηση η εξελισσόμενη ζωή
προσθέτει περισσότερες. Στην ουσία αυτό που βλέπουμε είναι ο εαυτός
μας σε έναν καθρέπτη με διαφορετικά είδωλα, από διαφορετικά ποσοστά αυτών των
χαρακτήρων και των σωμάτων. Ποια η ανάγκη να το δούμε αυτό; Μα όταν πρόκειται
να συνθέσεις, γιατί αυτή είναι η αποστολή του ανθρώπου, να συνθέσει τον εαυτό
του και να επιστρέψει από εκεί από όπου προήλθε. Να εκδηλώσει ενεργητικά, όχι απλά την θεότητά του, αλλά τον Θεό που
είναι.
Επομένως, βλέποντας τον
εαυτό μας σε αυτόν τον καθρέπτη που είναι ο κόσμος μας, ο πλανήτης αυτός, μην επεκταθούμε
και παραπάνω, ποια είναι η βαθύτερη λειτουργία που κατανοούμε και χρειάζεται να
εκδηλώσουμε; Είναι να βρούμε αυτά τα στοιχεία που μας ενώνουν και ακόμα αυτά
που δεν μας ενώνουν να τα ενώσουμε.
Για τους Έλληνες, ο άνθρωπος είναι τρισυπόστατος: σώμα-ψυχή-πνεύμα. Οι
τρεις υποστάσεις του πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά, συγκροτώντας ένα αρμονικό
σύνολο, ένα ενιαίο όλο. Τούτο σημαίνει: σώμα υγείες, ψυχή ενάρετη, πνεύμα
αληθόφιλο. Η Ελληνική Παιδεία, κατατείνουσα προς την διαμόρφωση ολοκληρωμένης
προσωπικότητας, μεριμνά για το σώμα με την «γυμναστική» (=υγιεινή, διαιτολόγια,
άθληση), για την ψυχή με την «μουσική» (=αγάπη προς την φύση, τον κόσμο, τον
άνθρωπο, το ωραίο, το αγαθό) και για το πνεύμα με την «αριθμητική» (= όσα
διευρύνουν την διάνοια με κορυφαία την φιλοσοφία).
Από την
στιγμή που ο ευαγγελιστής Ιωάννης αποκάλυψε ότι «ο Θεός Αγάπη εστίν» και ο Χριστός ότι από τον Νόμο της Αγάπης
εξαρτώνται όλοι οι Νόμοι, κατανοούμε πως η εντολή «Αγαπάτε Αλλήλους» εκφράζει
την Πεμπτουσία της εκδήλωσής μας. Επομένως η υψηλότερη έκφραση και εκδήλωση του
ανθρώπου φανερώνεται με την αγάπη του προς τον εαυτό, τον πλησίον και τον Θεό.
Επειδή όμως η κατανόηση του Θεού και του πλησίον εξαρτάται από την επίγνωση του
εαυτού μας, δηλαδή την αυτογνωσία μας, το πρώτο ερώτημα στο οποίο οφείλουμε να
απαντήσουμε είναι πώς εκπληρώνουμε την αγάπη προς τον εαυτό μας.
Η υλική
συνείδηση μη δυνάμενη να διακρίνει ψυχοπνευματικές λειτουργίες, τις αποδίδει
στην ύλη και τον εγκέφαλο. Όμως, τα κενά αυτής της θεώρησης είναι τόσα πολλά,
που μόνο η πνευματική συνείδηση μπορεί να καλύψει. Για να έχουμε μία
εμπεριστατωμένη παρουσίαση της απάντησης σε αυτό το πρώτο ερώτημα οφείλουμε να διακρίνουμε την τριαδικότητα
της εκδήλωσης της αγάπης μας προς το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα. Από πού
όμως θα ξεκινήσουμε, από την ανώτερη ή κατώτερη αρχή; Ο Χριστός δίδαξε ως Θείο
Πρότυπο «Ζητάτε πρώτα τα τοις Βασιλείας
των Ουρανών». Επομένως, κατανοούμε ότι οφείλουμε να ξεκινήσουμε από την
αγάπη προς τον Θείο Εαυτό μας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι τα πεδία και τα σώματα
του ανθρώπου αλληλοδιαπερνούν το ένα το άλλο και γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή
στην διάκριση των ορίων μεταξύ των τριών βασικών υποστάσεων του ανθρώπου.
Είναι
γεγονός ότι ένας άνθρωπος δύναται να αγαπάει τον εαυτό του χωρίς απαραίτητα να
έχει πλήρη συνείδηση και επίγνωση των εσωτερικών του λειτουργιών, αλλά αυτό
αποδεικνύει ότι είναι αλήθεια πως δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα Θεού και έτσι φέρει
εντός του εν δυνάμει όλα τα στοιχεία του Θείου Δημιουργού. Επειδή όμως η Αγάπη η ολοκληρωμένη και τέλεια δεν μπορεί να αποτελεί
ασυνείδητη κατάσταση αλλά συνειδητή, κατανοούμε την αναγκαιότητα της
ενσυνείδητης ενεργοποίησης των στοιχείων του κατ’ εικόνα, δηλαδή την εκπλήρωση
των δυνατοτήτων του καθ’ ομοίωση. Το κατ’ εικόνα είναι η αφετηρία, η Θεία
ταυτότητα του ανθρώπου την οποία αποκάλυψε ο Χριστός λέγοντας «Θεοί εστέ». Το
καθ’ ομοίωση είναι ο Θείος προορισμός του ανθρώπου, ο σκοπός της ύπαρξης του
όντος για τον οποίο ο Χριστός είπε «έσεσθαι ουν υμείς τέλειοι ώσπερ ο Πατήρ μου
εν τοις Ουρανοίς Τέλειος εστίν».
Η διαδρομή, η πορεία, ο δρόμος, η διαδικασία
εξέλιξης που συνδέει αιτία και αποτέλεσμα, αφετηρία και προορισμό, προδιαγραφή
και σκοπό είναι η εφαρμογή του «Αγαπάτε Αλλήλους», για την οποία ο Χριστός είπε
«Μιμηταί μου γίνετε». Κατέχουμε ένα θέμα ολοκληρωμένα όταν σε επίπεδο ιδεών
μπορούμε να απαντήσουμε στα 7 ερωτήματα της Συνείδησης Ποιος, Γιατί, Τι, Πως,
Πότε, Πόσο, Που.
Το Ποιος προσδιορίζει το Υποκείμενο.
Το Γιατί προσδιορίζει τις Προδιαγραφές και τις Σκοπιμότητες της
δημιουργίας του τις Ανάγκες και τις
Ενέργειες που καλύπτονται από τους αυτόματους μηχανισμούς, Ορμέμφυτα και Ένστικτα.
Το Τι προσδιορίζει το Πρόγραμμα Λειτουργίας του όντος με το οποίο συνδέονται όλα.
Το Πως προσδιορίζει τις Ευθύνες και Υποχρεώσεις, καθώς και τα Δικαιώματα και Εξουσίες μας.
Το Πότε προσδιορίζει τις Αρχές Αγωγής που απαιτούνται για να
καλλιεργηθούμε.
Το Πόσο προσδιορίζει τις Αρετές και Ικανότητες που
ενεργοποιούμε.
Το Που το οποίο προσδιορίζει τα Αγαθά και τις Αξίες που διεκδικούμε.
Η
Τριαδικότητα του ανθρώπου μας βοηθάει να διακρίνουμε τρία επίπεδα και του
υποκειμένου, πνεύμα, ψυχή, σώμα, δηλαδή διαφορετική απάντηση όχι μόνο στο ποιος
αλλά και σε όλα τα υπόλοιπα ερωτήματα. Δηλαδή, προδιαγραφών, αναγκών,
ενστίκτων, ευθυνών και δικαιωμάτων, αγωγής, αρετών, ικανοτήτων και αξιών, αγαθών.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μαθηματική σκέψη και
εξισώσεις ιδεών, που προηγούνται ως αρχέτυπα των αριθμών, οι οποίοι αποτελούν
σύμβολα Αρχέτυπων ιδεών. Εν κατακλείδι η έμπρακτη εφαρμογή του «Αγαπάτε
Αλλήλους» απαιτεί ως απαραίτητη συνθήκη τον συντονισμό μας με το Θείο Θέλημα
και την εφαρμογή των Θείων Νόμων και όπως είπε ο Χριστός «ο αγαπών με ποιεί το
θέλημα του Πατρός μου».
Συμπερασματικά,
ακόμα κι αν αισθανόμαστε αγάπη για το άγνωστο, αυτό πηγάζει από κάτι που μας
είναι γνωστό και για αυτό πρέπει τελικά να παραδεχτούμε ότι δεν μπορούμε να
αγαπάμε κάτι που αγνοούμε, ενώ είναι δυνατόν να έχουμε την θέληση να αγαπήσουμε
ακόμα και κάποιον που γνωρίζουμε πως είναι κακός. Άρα τελικά πρέπει να
παραδεχθούμε ότι αγαπάμε αληθινά, στο βαθμό που γνωρίζουμε και έχουμε συνείδηση
περί αυτού. Επίσης, αυτό σημαίνει ότι όσο αγαπάμε κάποιον, τόσο θέλουμε να τον
γνωρίσουμε και ακόμα ότι ο λόγος που ενδεχομένως δεν αγαπάμε τον εαυτό μας
είναι επειδή δεν τον γνωρίζουμε όσο χρειάζεται.
Η Αγάπη προς τον Θείο Εαυτό και το Πνεύμα μας
ΠΟΙΟΣ
Είναι ο πυρήνας της Πνευματικής μας Συνείδησης ως
Άνθρωπος Λόγος. Το σύμβολο του Αρχέτυπου Πνεύματος Μονάδα Λόγος. Ο πνευματικός
μας εαυτός είναι το αληθές ον ο εαυτός ολότητα. Όταν δεν εκδηλώνεται κυριαρχεί
η σκιά του, το μη ον, η μερικότητα του εαυτού. Το αληθές ον, ο αληθινός μας
εαυτός, υπερβαίνει και το συμπαντικό ον που είμαστε και την παγκόσμια υπόστασή
μας και το οικουμενικό και πολιτισμικό μας εγώ, που έχουν περιορισμούς και
κατεστημένα ιδεών χωριστικότητας.
Στη Διδασκαλία του Εσωτερικού Χριστιανισμού
ονομάζεται Ιωάννης-Λόγος-Χριστός Αδάμ μη εκπεσών.
Τα πεδία της κύριας δράσης του πνεύματός μας είναι το Θείο, το Πνευματικό και το Ανώτερο Ψυχικό αν και ελέγχει όλα τα πεδία και τα σώματά μας, ενώ η έδρα του στο σώμα είναι κοντά στον θύμο στον φλεβόκομβο και συνδέεται με το Ιερό κέντρο της Καρδιάς.