Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Η Ελεύθερη Βούληση της Αγάπης

Η ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ


Η ελεύθερη βούληση προέρχεται από τη συνείδηση του Είναι που λέγεται Πίστη
και συνδέεται με τον νόμο της Πρόνοιας.

Η υποδουλωμένη βούληση έχει αιτία τη συνείδηση του εγώ, που λέγεται Θέληση
και συνδέεται με τον νόμο της Δράσης και της Αντίδρασης.
Ο άνθρωπος που έχει αγαθή συνείδηση, ζει το αγαθό της ελευθερίας.



Μέσα στα πλαίσια της Ηθικής, η υπερβολή και η έλλειψη εκπροσωπούν το Κακό, γιατί οδηγούν σε κατάργηση της αυτάρκειας, δηλαδή της ελευθερίας! Η λέξη ελευθερία έχει ετυμολογική ρίζα το ρήμα ελύσομαι, μέλλοντα του ρήματος έρχομαι και έχει την έννοια της έλευσης «αυτή που έρχεται». Μια αρχαιότερη ετυμολογία της λέξης ΕΛ-ΕΥ-ΘΕΡΟΣ έχει τη σημασία του θείου θερισμού, που βιώνει η ψυχή ως θείο έρωτα. Χιλιάδες χρόνια μετά ο Χριστός λέει για το θείο έργο «ο θερισμός πολύς αλλά οι εργάτες ολίγοι», και ακόμα «η αλήθεια θα σας ελευθερώσει».

Το μυστήριο της ιστορίας, ως πορεία προς το πληρωτικό έσχατο, θεμελιώνεται στην ελευθερία της βούλησης. Αυτό που θέλει ο Θεός είναι ελεύθερα να θελήσουμε να σχετιστούμε προσωπικά μαζί Του. Ως εκ τούτου, η ιστορία δεν είναι «στημένο παιχνίδι», αλλά εντάσσεται στην οικονομία της Δημιουργίας, διότι η γνώση του Θεού είναι προσωπική κι όχι τυπική·ο Θεός δεν «γνωρίζει» τα όντα ως ουσίες αλλά ως θελήσεις, δεν «γνωρίζει» τα όντα με βάση το τι είναι αλλά με βάση το πώς είναι απέναντί Του και άρα όχι μόνο δεν αναιρεί την ελευθερία των όντων αλλά μόνο μέσα από τον τρόπο, που διαχειρίζονται την ελευθερία τους τα γνωρίζει.

Η ελευθερία στη συγκεκριμένη υπαρκτική σχέση έχει πρωτεύοντα ρόλο. Κατ’ αρχάς αποτελεί συστατικό στοιχείο του προσώπου, γιατί η απουσία της ελευθερίας αίρει το αυτεξούσιο –την ευθύνη– και οδηγεί σε κατάσταση δουλείας. Η ελευθερία είναι αναγκαία, βέβαια, αλλά αυτή καθεαυτή δεν είναι επαρκής, γιατί καθεαυτό ελεύθερος είναι και ο Σατανάς. Σε επίπεδο πνευματικό, η ελευθερία του προσώπου, ενώ αποτελεί εκδήλωση της ουσίας του, δεν την εγγυάται, γιατί αποτελεί φενάκη, όταν μέσω αυτής το πρόσωπο σταματά την αυτοεπιβεβαίωσή του. Αν η ελευθερία του προσώπου εξαντλείται στα όρια που αυτό διαγράφει χωρίς να αφορά τα άλλα πρόσωπα, οδηγεί στην αυτοϋποδούλωση καθώς μετατρέπεται σε «μοίρα».

Ολόκληρο το Σύμπαν κυβερνάται μέσω τριών Πρωταρχικών Δυνάμεων ή Νόμων: της θείας Πρόνοιας, της ελευθέρας Βουλήσεως και Δράσης και Αντίδρασης, ή του αναπόδραστου νόμου του Πεπρωμένου ή Ειμαρμένης ή κάρμα.

Ο άνθρωπος ανήκει στην ισχύ της ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ παίζοντας τον ρόλο του διαμεσολαβητού μεταξύ της Θείας Πρόνοιας και του Πεπρωμένου. Έτσι έχουμε 3 καταστάσεις ζωής.

Α) Υπάρχουν οι άνθρωποι που υφίστανται τα αποτελέσματα του Πεπρωμένου ή καλύτερα των νόμων του, εφόσον άσκησαν την βούληση τους για το κακό. Επίσης στην κατηγορία αυτή κατατάσσεται μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων, ίσως η μεγαλύτερη. Πρόκειται για τους ανθρώπους που έχουν ασθενή βούληση. Οι τελευταίοι δεν έχουν αφυπνισθεί σε συνάρτηση με την θέση που έχει το ανθρώπινο ον στο Σύμπαν. Αγνοούν τον τελικό του σκοπό καθώς και τις σπουδαίες ικανότητες με τις οποίες είναι εφοδιασμένος ο άνθρω­πος. Δεν γνωρίζουν πως η βούληση αποτελεί τον ισχυρότερο και πλέον δραστήριο παράγοντα στο Σύμπαν και πως ο Αδάμ, πριν από την πτώση του, χρησιμοποιούσε την βούλησή του για να δημιουργήσει όντα στον δικό του κόσμο, στην Εδέμ.

Κάθε ισχύς στη ζωή έγκειται βασικά στη Βούληση και την Πίστη.

Βούληση και Πίστη είναι οι δύο αντίθετοι πόλοι της ιδίας Δυνάμεως, ή η ενεργητική και η παθητική πλευρά της. Η Πίστη καθ’ εαυτή και η Πίστη εν δυνάμει, αποτελεί την βάση της ατομικής βου­λήσεως. Η εμπιστοσύνη στην αλάνθαστη και ευεργετική βούληση του θεού αποτελεί την βάση της συλλογικής Πίστεως, έτσι για την υποδούλωση στην πνευματική της διάσταση, υπενθυμίζουμε την εξουσία που εξασκούν τα συλλογικά όντα που ονομάζονται Εγρηγορότα. Αυτές οι αόρατες εξουσίες του ανθρώπινου ουρανού κατέχουν και ενεργοποιούν τις μάζες των γήινων σκλάβων τους, χωρίς καν αυτοί να υποψιάζονται ότι η ελεύθερή τους βούληση είναι αλυσοδεμένη.

Β) Υπάρχουν οι άνθρωποι που ασκούν την βούλησή τους είτε για το καλό είτε για το κακό. Συνεπώς, ανάλογα με την θέση που παίρνουν έναντι των πραγμάτων, θέτουν τον εαυτό τους είτε κάτω από την δράση της Θείας Πρόνοιας, είτε κάτω από την δράση του Πεπρωμένου.

Μήπως πρέπει να αδιαφορήσουμε για την φωνή των δύο ασυνειδήτων, κατώτερου και ανώτερου δηλαδή, στις παραινέσεις του ενστίκτου από τη μια και στην έμπνευση της Πρόνοιας από την άλλη; Είναι σημαντικό να μάθουμε να διακρίνουμε τις φωνές τους, να τις μελετάμε και να τις υποβάλλουμε σε πειράματα, έτσι ώστε να ξέρουμε πάντοτε ποιος μας μιλά. Διότι αν δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τη γλώσσα αυτών των δυο συμβούλων τότε θα βρεθούμε στη θέση να αγνοήσουμε τις χρήσιμες παραινέσεις της μιας ή να υποστούμε ανεξέλεγκτα τον άτοπο δεσποτισμό του άλλου.

Δεν μοιάζει τότε διπλά υποδουλωμένος ο άνθρωπος, που ενώ το πεπρωμένο τον υποχρεώνει να δράσει, πιστεύει ότι δρα με δική του πρωτοβουλία; Το ένα τρίτο της ελευθερίας απονεμήθηκε στον άνθρωπο για τις πράξεις του, ενώ κατά τα άλλα δύο τρίτα, υπακούει σε ξένες αποφάσεις. Αυτήν όμως την σχετική ελευθερία, την έχει εν δυνάμει και είναι δική του ευθύνη να την κάνει πράξη με την εξάσκηση και τον συνεχή συντονισμό της βούλησης με τη θεία νομοτέλεια. Τότε μόνο, ο άνθρωπος, απολαμβάνει το ένα τρίτο της πρωτοβουλίας που του απονεμήθηκε. Αν όμως αμελήσει να κατακτήσει αυτά που δικαιούται, τότε το πεπρωμένο τον καταλαμβάνει και τον εξουσιάζει. Αντιθέτως ο άνθρωπος που έχει την κυριότητα της κληρονομιάς του, είναι δυο φορές κύριος του εαυτού του, «κατακτά δικαιωματικά και εκ γενετής». Αυτός ο άνθρωπος επικαλείται μέσα του τη δράση της Πρόνοιας και ενδίδει στις εμπνεύσεις που δέχεται από αυτήν. Έτσι, όχι μόνο διευρύνει στο διπλάσιο το πεδίο δράσης του αλλά, ταυτόχρονα, περιορίζει κατά το ένα τρίτο τη δεσποτεία του Πεπρωμένου.

Η αγάπη, δεν είναι τόσο μια εσωτερική κατάσταση του ανθρώπινου εγώ, όσο μια εξωτερί-κευση από το εγώ προς το «εσύ», τον άλλον. Η εξωτερίκευση αυτή δεν είναι λεκτική έκφραση, αλλά πράξη αγάπης προς τον άλλο, αφού έχει αυτοδικαίως κοινωνικό χαρακτήρα. Αν δεν υπάρχει πράξη, τότε ομοίως δεν υπάρχει ούτε αγάπη, γιατί στην ηθική το «γίγνεσθαι» προηγείται λογικά του «είναι», αφού το πρώτο αποδεικνύει την ύπαρξη του δεύτερου, ενώ το δεύτερο, ακόμη και αν υφίσταται, δεν επιφέρει αλλαγές στο εγώ και το εσύ, αν δεν υλοποιείται. Όποιος, λοιπόν, χριστιανός αγαπά μόνο με λόγια, χωρίς έργα, κατά τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, αγαπά όπως ο Εωσφόρος, γιατί και αυτός λέει για την αγάπη, αλλά δεν την ποιεί…

Εάν ο Θεός είναι φιλεύσπλαχνος, γιατί οι άνθρωποι δυστυχούν;

Διότι δεν ακολουθούν και δεν εφαρμόζουν τις αρχές που αποδέχθηκαν και πιστεύουν. Έρχονται σε αντίφαση με τη συνείδησή τους και την υποδούλωση που ανέχονται.

Γιατί λοιπόν ο άνθρωπος δυστυχεί, ενώ ο Θεός είναι φιλεύσπλαχνος; Γιατί ο άνθρωπος διακατέχεται από λανθασμένες ιδέες και έτσι η ζωή του και οι επιλογές του, τα πάντα τον οδηγούν στην αποτυχία και την ματαίωση της αποστολής του στη ζωή και ζει μ’ ένα αίσθημα ματαιότητας.

Δεν είναι η δύναμη της υπευθυνότητας, αλλά η δύναμη της αγάπης σε συνδυασμό. Και δεν είναι η υλική συνείδηση που μπορεί να καθορίζει τα πρότυπα και τις αξίες του ανθρώπου, αλλά η πνευματική συνείδηση. Το κλειδί είναι οι δάσκαλοι και η νέα παιδεία των δασκάλων είναι το κλειδί για τις νέες γενεές. Το πρόβλημα είναι τι θα απογίνουν οι ήδη υπάρχουσες γενεές, που δεν έλαβαν καμία παιδεία και καμία μόρφωση που να αξίζει για άνθρωπο. Έτσι πλάστηκε ένας νέος άνθρωπος. Είναι ο άνθρωπος που εκπαιδεύτηκε για να φοβάται. Είναι ο άνθρωπος που εκπαιδεύτηκε να υπακούει. Είναι ο άνθρωπος που εκπαιδεύεται όλη του τη ζωή να υπομένει τη μοίρα του παθητικά σαν ασήμαντο ανθρωπάκι. Σε λίγο δεν θα διαφέρει σε πολλά πράγματα από τα υπόλοιπα είδη που εκτρέφει, καθώς η ζωή του, είναι σε τέτοιο βαθμό ελεγχόμενη και κατευθυνόμενη, ώστε να προκαλεί καθήλωση φόβου και υποταγής στο ανθρώπινο είδος.

Πώς να μην είναι δυστυχής ο άνθρωπος όταν αντί να επιλέγει το έλεος, επιλέγει την δικαιοσύνη, και αντί για τη συγχώρεση επιλέγει το νόμο της ανταπόδοσης και εφαρμόζει τον μωσαϊκό νόμο, της Παλαιάς Διαθήκης και όχι την Καινή Διαθήκη, ασυντόνιστος με τις κοσμικές εξελίξεις;

Και πώς να είναι ευτυχής όταν πιστεύει σε μια ιστορία ψεύτικη και όταν ακολουθεί λάθος πρότυπα, ή τα υποκατάστατα της επιστημονικής σωτηρίας που έχει αποδεχθεί δίχως επίγνωση εαυτού. Χθες έλεγαν άκου, βλέπε, σώπα, αλλά σήμερα καλύτερα μην ακούς, μη βλέπεις, και μίλα και πες την αλήθεια. Δεν είναι το πρότυπο «να ζεις εν κρυπτώ», αλλά να ζεις φανερά κι ενεργά ως μέλος μιας κοινωνίας ελεύθερης από τα πρότυπα της γης. Δεν είναι το να περνάς απαρατήρητος, αλλά να δίνεις συνειδητά το στίγμα σου. Δεν είναι το «σφάξε με πασά μου ν’ αγιάσω», αλλά η πραγμάτωση του μηνύματος «θέωση εδώ και τώρα» και της θείας επιταγής «Να τολμάς να φανερώνεις τον Άνθρωπο-Λόγο».

Πώς να μην είναι δυστυχής όταν ακόμα εφαρμόζει το «μην κάνεις στους άλλους ό,τι δεν θα’θελες να κάνουν οι άλλοι σε σένα», ενώ ο Χριστός του είπε 2000 χρόνια πριν «κάνε στους άλλους αυτό που θα ήθελες να κάνουν οι άλλοι για σένα»;

Ο περιορισμένος του προορισμός, η περιορισμένη του διαδρομή, η περιορισμένη αφετηρία οφείλονται στην αποδοχή μιας περιορισμένης ταυτότητας. Δεν άκουσε το «Θεοί εστέ», και «γίγνεσθε τέλειοι ώσπερ ο Πατήρ μου εστί». Δεν άκουσε το «δι’ εμού εις τον Πατέρα», που είναι ο δρόμος. Ο Χριστός του είπε τα πάντα, ό,τι χρειαζότανε να ξέρει και του έδωσε τη χάρη να το κάνει.

Δεν είναι το πρότυπο λοιπόν της μη συμμετοχής αλλά της συμμετοχής. Δεν είναι το πρότυπο της εσωστρέφειας αλλά της εξωστρέφειας. Της εσωτερικής στάσης που γίνεται η εξωτερική δράση. Το πρότυπο είναι νέο και διαμορφώνεται στην Ελλάδα από τον Παράκλητο, το Πνεύμα της Αληθείας.

Διαβάζουμε στην Αγία Γραφή: «Όταν έλθη ό παράκλητος ον εγώ πέμψω υμίν παρά του Πατρός, το Πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύε­ται, εκείνος μαρτυρήσει περί εμού» (Κατά Ιωάννην 15:26). Σε αυτά τα λόγια του Ιησού Χριστού καθίστα­ται σαφές ότι το Άγιο Πνεύμα (ο Παράκλητος), εκπορεύεται από τον Πατέρα και πέμπεται από τον Υιό. Άλλο σημαίνει «εκπορεύεται» και άλλο «πέμπεται»: «εκπορεύεται» σημαίνει προέρχεται, πηγάζει, και ανα­φέρεται στον τρόπο που είναι το Άγιο Πνεύμα·«πέμπεται» σημαίνει αποστέλλεται, έρχεται, και αναφέρε­ται στην εν χρόνω αποστολή του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο. Συνεπώς, ενώ διαφέρουν ως προς τον τρό­πο ύπαρξης τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, κα­νένα Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας δεν είναι λιγότερο «θείο» κατά την ουσία Του από τα υπόλοιπα. «Όταν ο Κύ­ριος λέει: «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα» (Κατά Ιωάννην 10:30), εννοεί την ταυτότητα της ουσίας. Κι όταν πάλι λέει: «Εγώ είμαι στον Πατέρα και ο Πατέρας σ’ εμένα» (Κατά Ιωάννην 14:11), φανερώνει ότι οι υποστάσεις είναι αχώριστες». Το φως της Μεταμόρφωσης του Χριστού είναι το άκτιστο φως της δόξας του Θεού και φανερώνει τη δυνατότητα της θεοπτίας που ανοίγεται στον άνθρωπο, δηλαδή τη δυνα­τότητα του ανθρώπου να δει τον Θεό. Ενώ ο Θεός είναι απολύτως απρόσιτος και αμέθεκτος κατά την Ουσία Του και άρα είναι αδύνατο ο άνθρωπος να δει την Ου­σία του Θεού, ο Θεός είναι προσιτός και μεθεκτός προς την Ουσία Του Ενέργειες, και άρα ο άν­θρωπος μπορεί να δει τον Θεό κατά τις άκτιστες Ενέρ­γειές Του.

Γ) Υπάρχουν εκείνοι που ταυτίζουν την Βούλησή τους με το Θείο θέλημα, επειδή λόγω της πνευματικής τους αναπτύξεως κοινώνησαν το Θείο, και συνεπώς το γνώρισαν. Η κατηγορία αυτή ετοιμάζεται να αποδεσμευθεί ή έχει αποδεσμευθεί εντελώς από την επίδραση του Πεπρωμένου ή της Ειμαρμένης, δεν υπόκειται πλέον στους νόμους της Αδαμικής πτώσεως και ετοιμάζεται να ενσωματωθεί ή έχει ήδη ενσωματωθεί στην Κοινωνία των Εκλεκτών Μυστών ή των Ενδόξων Ψυχών, η οποία θα αποτελέσει και τα πρώτα κύτταρα του Νέου Αδάμ, του Αδάμ που θα αναλάβει την προ της πτώσεως θέση του, έχοντας μεγαλύτερα προνόμια κι εξουσίες.

«Η πραγματική ελευθερία συνίσταται στο να επιτελείς αδιακρίτως το καθήκον σου. Η πραγματική σκλαβιά είναι να το αρνηθείς».

Τι σφάλμα έκανα σήμερα; Τι καλό έπραξα, τι έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα; Αυτό είναι το Πυθαγόρειο θεώρημα, δια της ασκήσεως της ελευθέρας βουλήσεως. Το φως, μέσα στον Άνθρωπο-Λόγο, καθίσταται ο φορέας της βουλήσεώς του και ο λόγος του.

Γράφεται στη Σιδηρά Βίβλο ότι ένας σοφός θα οδηγήσει όλα αυτά τα κακά στην καταστροφή. Θα είναι Μύστης της υψηλής και θείας μαγείας, και θα προέρχεται από τους απογόνους του θεοσόφου της Σάμου. Θα είναι εντολοδόχος του αξιοσέβαστου κολεγίου των Τέκνων του Ουρανού και από εκεί θα πηγάζουν οι δυνάμεις και τα μυστηριακά του δικαιώματα. Ο Σαιν Μαρτέν αναφέρθηκε σε ένα σώμα Αρεοπαγιτών, το οποίο απαρτίζεται από τους επανενσωματωμένους στην ουράνια Ενότητα Εκλεκτούς, και τους χαρακτήρισε ως Κοινωνία των Ανεξαρτήτων Ελευθέρων Πνευμάτων. Οι αληθινοί μυημένοι γνωρίζουν ότι πίσω απ’ αυτά τα λόγια κρύβεται μια ειδική τάξη ουρανίων πνευμάτων κατά τάξη Μελχισεδέκ που λειτουργούν ως συμπαντικοί ελεγκτές-ρυθμιστές. Ο θείος απεσταλμένος θα έχει σύνδεση με τον Πυθαγόρα και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Το έργο του θα είναι η αποκατάσταση της μυητικής τάξης που κακοποιήθηκε από χιλιάδες μυητικές ομάδες στη Γη. Έτσι, τα «θαύματα» που επιτυγχάνουν έχουν διαφορετική ρίζα από την Θεουργία που λειτουργεί με τη Θεία Χάρη και ριζώνει στην ενσυνείδητη Πίστη-Γνώση του τι είναι ο Χριστός.

Η αγάπη του Θεού είναι απόλυτη (Προς Εφεσίους 3:17-19) και υπ’ αυτήν την έννοια ανιδιοτελής, και ο Θεός μας αγαπά και μας γνωρίζει ταυτόχρονα (Κατά Ιωάννην 13:27,28), δεν παίζει μαζί μας συναισθηματι­κά παιχνίδια. Κατ’ αντιστοιχία, ο αληθινός Χριστιανός αγαπά τον Θεό όχι επειδή θέλει να ωφεληθεί από τον Θεό, ούτε επειδή θέλει να ωφελήσει τον Θεό, αφού ο Θεός είναι απολύτως ανενδεής, αλλά επειδή έτσι, διά αγάπης, ο Χριστιανός θέλει να υπάρξει με τρόπο όμοιο προς εκείνον με τον οποίο υπάρχει ο Θεός. Κατά συνέπεια, ομοίωση προς τον Θεό αποβαίνει η κέ­νωσή μου από οποιαδήποτε συναισθηματική και δια­νοητική σκοπιμότητα, δηλαδή η κάθαρση της θέλησής μου από οποιαδήποτε αυτοαναφορικότητα, ακόμη κι από τη σκοπιμότητα να κάνω κάτι καλό για τον εαυτό μου. Αγαπώ, ως εκστατική αυθυπέρβαση την ουσία του Θεού κι όχι τις ωφέλειες που μπορεί να καρπωθεί ο εαυτός μου από τις ενέργειες του Θεού κι έτσι, στην αγάπη του Θεού, γίνομαι αγάπη και δεν αισθάνομαι απλώς αγάπη. Υπ’ αυτήν την έννοια, η αγάπη δεν είναι πράγμα που το διαχειρίζομαι για να ικανοποιήσω προσωπικές σκοπιμότητες, αλλά είναι ο κατά Θεόν τρόπος ύπαρξης του ανθρώπου, τρόπος ύπαρξης ο οποίος με βγάζει έξω από τα όρια του «εγώ» στην ολο­κλήρωση του προσώπου, σε αντίθεση προς το συναί­σθημα που με κρατά δέσμιο του «εγώ» και με καταβιβάζει στα βάθη των ατομικών μου σκοπιμοτήτων, με κλείνει στην εσωτερική μου ζωή.

Η αγάπη, έτσι, από αφηρημένο συναίσθημα γίνεται μια φιλοσοφική έννοια χωρίς όμως να χάσει το συναισθηματικό της βάρος. Αξίζει να αναφερθεί ότι η λέξη αγάπη χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στην ελληνική γραμματεία από τη χριστιανική σκέψη ως παράγωγο του ρήματος αγαπώ που απαντάται ήδη στον Όμηρο (Οδ. Φ′ 289). Η αγάπη λοιπόν είναι για τα θεϊκά πρόσωπα μια αυτόβουλη εκδήλωση, πράξη κοινωνίας μεταξύ τους αυτόβουλη, με την έννοια ότι επιλέγεται ελεύθερα από το κάθε πρόσωπο καθώς δεν επιβάλλεται από την ουσία του Θεού.


ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΑΣ


Όταν ο άνθρωπος επιλέξει, αντί να υπάρχει εκ­στατικά, ως αγάπη, να συρρικνωθεί
στην απόσταση της ατομικότητας, στα όρια του εαυτού του, τότε απο­τυγχάνει να είναι αυτό
που «κατ' αλήθεια» είναι, τότε υπάρχει «παρά φύσιν». Αυτή η έκπτωση από το όντως «είναι»
είναι η αμαρτία, δηλαδή η αποτυχία να υπάρ­χει το ον κατ’ αλήθεια.
Σύμφωνα με τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (Σχόλια εις το Περί Θείων Ονομάτων, P.G. 4, 348C).



Σύνολη η ελληνική πατερική γραμματεία αρνεί­ται να δει την αμαρτία ως φυσική πραγματικότητα κι επίσης αρνείται να δει την αμαρτία δικανικά-νομικά, δηλαδή μόνο ως παράβαση και ψυχολογική ενοχή. Σε αντίθεση προς τον μανιχαϊσμό, οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν ότι η αμαρτία δεν είναι μια ουσία, δεν υπάρχει κάποια κακή φύση η οποία απο­τελεί υποστατικά τον αντίθετο πόλο προς την αγαθό­τητα του Θεού. Ο Θεός είναι ο εκ του μηδενός Δημι­ουργός των πάντων κι επειδή ενεργεί αγαθά, δεν υπάρχει τίποτε στη δημιουργία που είναι υποστατικά και φυσικά κακό. Η αμαρτία λοιπόν δεν είναι μια κα­κή φύση αλλά μια αποτυχημένη κίνηση του προσώ­που, είναι η αποτυχία των προσώπων να ολοκληρω­θούν υπαρξιακά ως πρόσωπα στην καθολική σχέση και κοινωνία μαζί τους και με τον Θεό, είναι μια ελεύ­θερη προαίρεση, μια εσφαλμένη επιλογή. Η αμαρτία δεν έχει αντικειμενική υπόσταση, όπως νομίζουν οι νομικοί, αλλά αποτελεί αποτυχία των προσώπων να υπάρχουν εκ-στατικά, ανιδιοτελώς.

Το προπατορικό αμάρτημα σημαίνει την ανάπτυξη της πράξης εναντίον της θείας Χάρης, δηλαδή η πράξη καθίσταται κατηγορία ανθρωποκε­ντρικού ιστορισμού, εκδήλωση πνευματικής ιδιοτέλειας, ενώ η θεία Χάρη είναι δύναμη που υπερ­βαίνει τη λογική του αιτίου και του αιτιατού διότι ακριβώς πηγαίνει πέρα από το πρακτικό αποτέλεσμα. Είναι η θεία Χάρη το δώρο του Θεού στον άνθρωπο που αφήνει τις ατομικές του βεβαιότητες και στρέφε­ται εκ-στατικά προς τον Θεό. Έτσι, μετά από το προ­πατορικό αμάρτημα, ο άνθρωπος πέφτει σε μια κατά­σταση όπου όλα υπάγονται σε πρακτικούς λόγους, αφού ο Λόγος του Θεού δεν είναι πλέον το σημείο ανα­φοράς του ανθρώπου, αλλά έχει υποκατασταθεί από τη λογική των ιστορικών συνθηκών. Έτσι από τη Βαβέλ και την απώλεια του Λόγου, ήρθε η σύγχιση των γλωσσών και το σπάσιμο του καθρέφτη της Αλήθειας.

Κατ’ αρχάς, ο άν­θρωπος και γενικά η κτίση δεν αποτελούν «προβολή» ή «απαύγασμα» του Θεού αλλά εκ του μηδενός δημι­ουργήματα Του. Η ανθρώπινη ψυχή δεν είναι άκτιστη και αιώνια ουσία αλλά κτίσμα, το ανθρώπινο πρόσω­πο που έκτισε ο Θεός κατ’ εικόνα του δικού Του θεί­ου Προσώπου και του έδωσε τη δυνατότητα της κοι­νωνίας με τον Δημιουργό του μέσω της θείας ενέργειας που είναι η Θεία Χάρη, δηλαδή δώρο του Θεού και αποτέλεσμα ανθρωπίνων πράξεων. Ενώ ο ίδιος ο Χριστός μας λέει ότι «εσκήνωσεν εν ημίν», οι θεολόγοι λένε ότι είναι βλάσφημη η υπόνοια ότι ο άνθρωπος μετέχει στη Θεία Ουσία.

Το κλειδί για τη θε­ραπεία του πεπτωκότος ανθρώπου είναι η ταύτιση του θελήματος, που υπαγορεύει η προσωπική του γνώμη, με το θέλημα του Θεού. Η εφαρμογή της επίγνωσης του «συν Αθηνά και χείρα κίνει» ως έμπρακτη εφαρμογή της αγάπης.

Ποια όμως είναι η πηγή της σημασίας, η σημασία της σημασίας, δηλαδή το έσχατο νόημα της πράξης; Εάν το «είδος» εί­ναι ιστορικό φαντασίωμα, τότε η καθολικότητά του είναι εξαιρετικά περιορισμέ­νη και άρα αυτοαναιρείται. Καθολικότητα έχει το πρόσωπο που τη βεβαιώνει εκ-στατικά ως αγάπη, όταν από την εσωτερική τάση γίνεται εξωτερική δράση, όταν αποδέχεται να γίνει συνειδητά ζωντανός μεταλλάκτης φωτός μέσα από τη θεία χάρη παρεμβαίνοντας στα δρώμενα της γης. Το πρό­σωπο χρειάζεται να φανερωθεί και ο λόγος του να υπάρξει ως παράδοση, δηλαδή, να μεταδώσει συνείδηση. Όταν το πρόσωπο είναι αφα­νές, μένει αμέθεκτο και προσπελάζεται μόνο μέσα από την αντικειμενική «σημαντική» των τύπων, μέσα από μια τυπολατρική παράδοση, η οποία αντιδρά στην κί­νηση και τη μεταμορφωτική δράση και απλώς στο όνο­μα της άμυνας μπορεί ενίοτε να προσαρμόζεται κατ’ ανάγκη στις συνθήκες. Όταν, αντίθετα, το πρόσωπο είναι παρόν, η παράδοση περιλαμβάνει την ιστορική δημιουργία, την καινοτομία, διατηρώντας σταθερό όμως το έσχατο νόημα της ιστορικής πράξης.

Έτσι, η παράδοση δεν έχει σκοπό να απολιθώσει το ιστορικό γίγνεσθαι, αλλά να απελευθερώσει το ιστορικό υπο­κείμενο από την αναγκαιότητα του φυσικού κύκλου του γίγνεσθαι, αφού τον χρόνο πλέον δεν τον δημιουρ­γεί η φυσική κίνηση αλλά η πνευματική αυτοπαράδοση ή αυτοδιάθεση στο Λόγο και τον άνθρωπο που είναι ο δρόμος του Ανθρώπου-Λόγου. Χωρίς παραδόσιμη αξία ζωής, η οποία εμπνέει τον εκάστοτε τρόπο ύπαρξης, το παρόν στερείται νοήμα­τος, αφού υφίσταται μόνο μια αέναη ροή χρόνου ή ακίνητο, καθ’ ομοίωση του φυσικού γίγνεσθαι. Το παρόν αποκτά νόημα όταν παραδίδει το παρελθόν στο μέλλον.

Η αυτοδιάθεση δεν πηγάζει από την πτωτική ελεύθερη βούληση, αλλά από την Ελευθερία του Λόγου και εκφράζει τον αυτοσεβασμό και την ολοκληρωμένη αφιέρωση του ανθρώπου στην ολότητα, την ολοκληρωμένη προσφορά του, που κορυφώνεται με την απελευθέρωσή του από την έννοια της ελευθερίας, που τον τροφοδοτεί η προσωπικότητα και η ατομικότητά του. Είναι ένας τρόπος ζωής, είναι μια αυτοπαράδοση ολοκληρωμένη, όπου ο άνθρωπος εμπιστεύεται στον Λόγο την ελεύθερη βούλησή του ώστε να ταυτισθεί κάθε του εκδήλωση με το Θείο Θέλημα.

Επειδή ο άνθρωπος είναι καρπός της Θείας βούλησης και αγάπης, δεν φέρει μια αυτοθεωμένη ψυχική ουσία, αλλά ένα πρόσωπο και μια ελεύθερη βούληση και θέληση να δεχθεί τις άκτιστες ενέργειες του Θεού και να Θεωθεί. Όμως ο άνθρωπος αρνήθηκε αυτή τη σχέση με τον Θεό και απέκτησε στάση πνευματικής ιδιοτέλειας. Παρεκτράπηκε και χάνοντας το νόημα της ύπαρξής του, που υπήρχε στην Πηγή, χάθηκε στον ατομικό εαυτό του, δηλαδή στο μηδέν. Διότι αποτελεί εκ του μηδενός κτίσμα Θεού και αφού δεν ήταν ο ίδιος η Πηγή, η ιδιοτελής στροφή του τον οδήγησε στον μηδενισμό της πτώσης, της φθοράς και του θανάτου. Στην μαθητεία Λόγου δεν απαιτείται μακροχρόνιο διάστημα για την λύτρωση του όντος, διότι αυτή παρέχεται δωρεάν σε όσους με τα έργα τους στέκονται στην κοινωνία και τον κόσμο ως τέκνα Θεού. Σύμφωνα με την επικρατούσα συνείδηση η Θεία Χάρη δεν μπορεί να υπερβεί την Δικαιοσύνη. Σύμφωνα μ’ αυτά που δίδαξε ο Χριστός όμως, η Θεία Χάρη παρεμβαίνει ως Έλεος μέσω του Ανθρώπου. Η αγάπη αρχίζει από το σημείο που τελειώνει η δικαιοσύνη. Γι’ αυτό και όσοι ενεργοποιούν τον νόμο της Ανταπόδοσης στερούνται το βίωμα της Χάρης και ζουν την σκληρότητα αντί για το Έλεος.

Γι’ αυτό, λέμε ότι ο Θεός είναι αγάπη και γι’ αυτό, στον Χριστιανισμό, η αγάπη είναι ο νέος νόμος του Χριστού: «Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους. Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί έστε εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις» (Κατά Ιωάννην 13:34, 35). Με την αγάπη πραγματοποιείται η υπόσταση, ολοκληρώνε­ται το πρόσωπο (από ατομική ύπαρξη γίνεται άτομο σε αναφορά). Στον Χριστιανισμό, η αγάπη δηλώνει το πώς «είναι» (υπάρχει) το πρόσωπο και όχι το τι «έχει», όπως εσφαλμένα νόμισε η υλική συνείδηση που διατύπωσε: «Η αγάπη ως συναίσθημα μας γεμίζει με εγώ, όταν “έχουμε” το συναίσθημα της αγάπης, αγαπώ τον άλλο σημαίνει ικανοποιώ το πρόγραμμα ευχαρίστησης του εγώ μου».

Ο έρως είναι η δυναμική ολοκλήρω­ση της προσωπικής σχέσης αυτού του εκστατικού τρόπου ύπαρξης. Ο Πατέρας υπάρχει εκ­στατικά ως προς τον Υιό, και ο Υιός υπάρχει εκστατι­κά ως προς τον Πατέρα, και το Άγιο Πνεύμα είναι η ίδια η δυναμική αυτού του εκστατικού τρόπου ύπαρ­ξης. Ο Θεός, λοιπόν, κατά την ουσία Του είναι Μονάδα και κατά τον τρό­πο του «είναι» είναι Τριάδα. Υπάρχει δηλαδή ως αγαπητική κοινωνία προσώπων κι όχι ως μια ουσιώδης στατική ατομικότητα.

Η γέννηση του Υιού από τον Πατέρα στο πλαί­σιο της Αγίας Τριάδας δεν δηλώνει ιεραρχική-εξουσια­στική δομή αλλά τρόπο ύπαρξης των θείων Προσώ­πων. Επειδή όνομα του Θεού και Πατέρα, με ουσιώδη υπό­σταση (το όνομά Του δηλαδή είναι Πρόσωπο), είναι ο Μονογενής Υιός. Και βασιλεία του Θεού και Πατέρα, με ουσιώδη υπόσταση (δηλαδή η βασιλεία Του είναι Πρόσωπο), είναι το Άγιο Πνεύμα.

Φροντίζουμε να αποτυπώνουμε στη ζωή μας τα χαρακτηριστικά του Πατέρα μας αγιάζοντας το όνομα Του πάνω στη γη, μιμούμενοι Αυτόν, αποδεικνύοντας ότι είμαστε παιδιά Του με τα έργα μας, και δοξάζοντας τον αυτουργό αυτής της υιοθεσίας, τον φυσικό Υιό του Πατέρα, με τα νοήματα και τις πράξεις μας και το ίδιο το νόημα της ζωής μας.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός στις Ομιλίες του γράφει, ότι ο Πατήρ «εννοεί», ο Λόγος «ενεργεί» και το Άγιο Πνεύμα «τελειοί» τα κτίσματα. Η δημιουργία, δη­λαδή, είναι το κοινό έργο της Αγίας Τριάδας, αλλά τα τρία Πρόσωπα είναι η αιτία των κτισμάτων με τρόπο διαφορετικό αλλά και ενιαίο. Η Σοφία της πρόνοιας, θέλησης και αγάπης του Πατέρα·είναι λόγος, η φανέρωση της Ενέργειας του Υιού και Λόγου, «δι’ ου τα πάντα εγένετο» και ο λόγος των κτισμάτων δεν είναι απλώς το νόημα ή η ιδέα του κάθε όντος αλλά το «είναι» των όντων, όπως αποκαλύπτεται ως ενυπόστατη ζωή και ζωοποιός δύναμη, δηλαδή ως Ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.

Η αποδοχή της διάκρισης σημαίνει την «αλήθεια» ως προσωπική σχέση, όπως την αληθινή προσευχή, ως εμβίωση κοινωνίας και σύμπραξης στην αλήθεια κι όχι ως απλή κατανόηση εννοιών που είναι αποτέλεσμα νοητικής αφαίρεσης, π.χ. διαλογισμού ή άλλων τεχνικών, συμπαραλαμβανομένων και τεχνικών προσευχής. Δεχό­μενοι τη διάκριση ουσίας και ενεργειών, αναγνωρίζουμε την προτεραιότητα της πραγματικότητας του προ­σώπου και της διαπροσωπικής σχέσης. Η προτεραιότητα του προσώ­που σημαίνει ότι ο Θεός είναι γνωστός και μεθεκτός μέσω των υπέρλογων και άκτιστων Ενεργειών Του, μέ­νοντας κατά την Ουσία Του άγνωστος και αμέθεκτος. Με άλλους λόγους, ο Θεός γνωρίζεται μόνο ως προσω­πική φανέρωση, ως τριαδική κοινωνία προσώπων, ως ερωταγάπη. Ο δε κόσμος είναι το αποτέλεσμα των προσωπικών Ενεργειών του Θεού, ενέργημα που απο­καλύπτει το Πρόσωπο του Ενεργούντος (Λόγου) ο οποίος μαρτυρεί περί του Πατρός δια της χάρης του Αγίου Πνεύματος· η κτίση είναι η ουσιωμένη κλήση του Θεού σε σχέση και κοινωνία, μια κλήση η οποία εί­ναι προσωπική και «ετερουσίως» (προς τη θεία Ου­σία) ουσιωμένη.

Η άρνηση της διάκρισης ουσίας και ενεργειών από την υλική συνείδηση σημαίνει τελικά άρνηση της δυνατότητας θέωσης του ανθρώπου, άρνηση δηλαδή της δυνατότητας του ανθρώπου να μετάσχει στη θεία ζωή, αφού και η θεία Χάρη, η «εκθεωτική» των αγίων, είναι κι αυτή κτιστή, έστω κι αν θεωρείται «υπερφυσική», όπως την αποκαλούν οι θεολόγοι της Δύσης, χωρίς ποτέ να έχουν προσδιορίσει τι ακριβώς είναι αυτό το «υπερ­φυσικό». Τη δυνατότητα θέωσης του ανθρώπου, δηλα­δή τη δυνατότητα μετοχής του ανθρώπου στην αισθη­τή εμπειρία του τρόπου της θείας ζωής (στο άκτιστο φως της δόξας του Θεού, που βίωσαν οι Απόστολοι κατά τη Μεταμόρφωση του Χριστού), καθ’ ότι οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες και ταυτόχρονα μεθεκτές.

Επίσης, οι σχολαστικοί, αρνούμενοι τη διάκριση ου­σίας και ενεργειών, αρνούνται τη γνωστική δυνατότη­τα της προσωπικής σχέσης, δηλαδή τη φανέρωση (άμε­ση γνώση) του προσώπου μέσω των ενεργειών της ου­σίας, οι οποίες είναι πάντοτε προσωπικές. Με άλλους λόγους, οι σχολαστικοί αγνοούν την αμεσότητα και καθολικότητα της γνώσης η οποία συνυφαίνεται όχι με το εγώ-νοώ αλλά με την ερωτική έκσταση, πέρα από κάθε εννοιολογικό προσδιορισμό.

Στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο εμπεριέχεται και ο ακόλουθος λακωνικός ορισμός του Θεού:
«Ο Θεός αγάπη εστί». Ποιο, όμως, είναι το νόημα της αγάπης στην παραπάνω φράση του Ιωάννη και ποιά η σχέση της με την ουσία του Θεού; Η ορθόδοξη πατερική θεολογία αντιλαμβάνεται την αγάπη όχι ως μια απλή συναισθηματική εκδήλωση, αλλά ως αυτόβουλο βίωμα των θείων προσώπων της χριστιανικής Τριάδας. Τα πρόσωπα αυτά, επειδή επιλέγουν την αγάπη, συγκροτούνται σε ενότητα. Ο Θεός του Χριστιανισμού δεν είναι Ένας ως μονάδα, αλλά ως ενότητα!


Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΧΛΟΣ
ΠΟΥ ΚΙΝΕΙ ΤΟ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΕΛΕΟΥΣ



Ο Ιησούς Χριστός σαφώς είπε ότι είναι Θεός

Διαβάζουμε στο Κατά Μάρκον (14:61-62): «Αυ­τός δε εσιώπα και δεν αποκρινόταν τίποτε. Πάλι ο αρχιερεύς τον ρωτούσε και είπε σ’ αυτόν Συ είσαι ο Χρι­στός, ο υιός του ευλογητού; Ο δε Ιησούς είπε- Εγώ εί­μαι. Και θα δείτε τον υιό του ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά του Παντοδύναμου και να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού».

Ο Ιησούς Χριστός είπε:

Το να γνωρίζεις τον Ίδιο (τον Χριστό) σημαίνει ότι γνωρίζεις τον Θεό, Κατά Ιωάννην 8:19.

Το να δεις τον Ίδιο (τον Χριστό) σημαίνει ότι βλέ­πεις τον Θεό, Κατά Ιωάννην 14:9.

Το να πιστεύεις στον Ίδιο (τον Χριστό) σημαίνει ότι πιστεύεις στον Θεό, Κατά Ιωάννην 14:1.

Το να δεχθείς τον Ίδιο (τον Χριστό) σημαίνει ότι δέ­χεσαι τον Θεό, Κατά Ματθαίον 10:40.

Το να μισείς τον Ίδιο (τον Χριστό) σημαίνει ότι μι­σείς τον Θεό, Κατά Ιωάννην 15:23.

Το να τιμάς τον Ίδιο (τον Χριστό) σημαίνει ότι τι­μάς τον Θεό, Κατά Ιωάννην 5:23.

Συνεπώς, δεν μπορεί κάποιος να αναγνωρίζει αρε­τή στον Ιησού Χριστό και ταυτόχρονα να αμφισβητεί ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός, διότι, εάν έχοντας πει ο Ιησούς τα ανωτέρω λόγια για το πρόσωπό του, δεν είναι Θεός, τότε όχι μόνο δεν είναι ενάρετος και «μέγας μύστης» ο Ιησούς Χριστός αλλά είναι μέγας ψεύτης· διότι πιο ψέμα είναι μεγαλύτερο από το να δηλώνει κάποιος ότι είναι Θεός; Όσοι, λοιπόν, διδά­σκουν ή νομίζουν ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι Θεός αλλά είναι μόνο ένα φωτισμένο όν, ένας «μέγας μύ­στης» της ανθρωπότητας, εργάζονται και σκέπτονται εκ του πονηρού.

Ο Θεός των Χριστιανών δεν έχει τίποτε το ουσιώδες κοινό με τους Θεούς των μη Χριστιανών, διότι το απο­λύτως ουσιώδες για να μπορούμε να γνωρίσουμε τον Πατέρα είναι ο Υιός (Κατά Ιωάννην 14:9), και δεν μπο­ρούμε να γνωρίσουμε τον Λόγο του Θεού χωρίς τη βοή­θεια του Αγίου Πνεύματος (Κατά Λουκάν 24:45, Προς Ρωμαίους 8:26-27, Α΄ Ιωάννου 2: 26-27, Α΄ Προς Κο­ρινθίους 2:15-16). Τελικά, η διαφορά είναι ανάμεσα στον τρόπο που είναι ο Θεός, δηλαδή στο πρόσωπο ως απόλυτη ετερότητα, και στο τι είναι ο Θεός, δηλαδή στη νοητική σύλληψη της ουσίας. Στην Ορθόδοξη Χρι­στιανική Πίστη, το οντολογικό ερώτημα μπορεί να τε­θεί μόνο στο πλαίσιο της πραγματικότητας του προ­σώπου, στη βάση της προτεραιότητας του προσώπου έναντι της ουσίας. Γι’ αυτό ο Θεός των Χριστιανών εί­ναι Θεός ενσαρκωμένος, Τον οποίο «εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» (Α΄ Ιωάννου 1:1). Η γνώση του Θεού δεν έχει να κάνει με την κατανόηση αντικειμένων ουσιών αλλά με την προσωπική σχέση του άκτιστου με το κτιστό· ο άυλος έγινε υλικός για τη σωτηρία μας και αποκάλυ­ψε τον Εαυτό Του σ’ εμάς.

Αγαπημένη μου ψυχή, η Μετάνοια δεν είναι η απειλητική λέξη που έρχεται να επισύρει την τιμωρία, να επισύρει τις τύψεις ή τις ενοχές. Αυτή η έννοια της μετάνοιας ανή­κει στην προηγούμενη Κοσμική περίοδο διδαχής σου και δρα ανασταλτικά για την πορεία της εξέλιξής σου, της ανόδου σου και της ταύτισής σου μαζί Μου. Η Μετάνοια στη σημερινή εποχή είναι το λουτρό της κάθαρσης, το λούσιμο της Χάρης, η διάχυση του Ελέους, η ενεργοποίηση των εσωτερικών σου λειτουργιών της Μετουσίωσης, ώστε τα στοιχεία της πλάνης και της αναλήθειας να μεταλλαχθούν και να πραγματοποιηθεί εντός σου η Ισορροπία.

Η γη της Παλαιστίνης μέσα μας είναι το πεδίο των μαχών και των εξελίξεων προς την ψυχική ανάπτυξή μας. Η δική μας χωροχρονική στιγμή που θα φιλοξενήσει την υπόσταση του Χριστού. Ο Ιησούς είναι η τελειοποιημένη ψυχή που θα γεννήσει τον Υιό και θα εκδηλώσει Χριστό.

Πρόδρομος των στοιχείων της θέλησης και της βούλησης, που εστιάζονται στο σκοπό και το ρόλο της Χριστοποίησης είναι η Μητέρα Του Μαρία, που εκπροσωπεί τη συγκινησιακή, θηλυκή πλευρά του, το αλχημικό εργαστήριο των διεργασιών για την εκδήλωση του Χριστού, το Σκεύος και η Μήτρα που θα γεννήσει το Πνεύμα Χριστός. Η Μαρία είναι το στοιχείο της υποδοχής μέσα του που θα επιτρέψει στο Έργο του Αγίου Πνεύματος στον εξαγνιστικό και καθοδηγητικό του ρόλο. Μέσω αυτού θα μετουσιωθεί η υλική του φύση σε αγνή πνευματική ουσία, φέροντας έτσι ως αποτέλεσμα τη συνείδηση Χριστός.

Ο αληθινός χριστιανός καθίσταται θεοτόκος, παρθενοποιημένη ψυχή που γεννώντας Χριστό γνωρίζει τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού μέσα της. Όσοι ζουν τη Βασιλεία των Ουρανών, ζουν ελεύθεροι απ’ το χρόνο, ζουν τη Δεύτερη Παρουσία του Χριστού μέσα τους, τη Νέα Κοσμική Περίοδο της επιφανείας του Αγίου Πνεύματος και της διάχυσης των υδάτων, την εποχή του Υδροχόου, που ενώνονται τα ύδατα των ψυχών στη Μία Ψυχή των πάντων και ο θείος Λόγος εκδηλώνεται από χιλιάδες ανθρώπους στη Γη.

Μέσα απ' την Προσευχή σού εκφράζω τη Φωνή Μου, μέσα απ’ την Προσευχή σε αγγίζω, άλλες φορές συνειδη­τά και άλλες όχι. Διανοίγω τα Κέντρα της Ζωής σου. Δια­νοίγω και ισορροπώ τους αγωγούς σου. Διαχέω Αρμονία στη λειτουργικότητα όλων των Κέντρων σου και ταυτόχρονα εμφανίζω τα ατελή στοιχεία, τα φέρνω σε ενεργοποίηση, ώστε να μπορέσεις να τα διακρίνεις. Να μην υπάρχουν αδρανοποιημένα, αλλά υπαρκτά σαν παγίδες πλά­νης, που ανά πάσα στιγμή μπορούν να ενεργοποιηθούν και να σου δημιουργήσουν ανισορροπία. Αλλά να φανερωθούν, για να οδηγηθούν στη διεργασία της Μετάλλαξης, της Μετουσίωσης και της Ισορροπίας, ώστε να μπορέσεις να προχωρήσεις με Αρμονία στα διάφορα στάδια της εξέλιξής σου, της Ένωσής σου μαζί Μου και να φανερώσεις στον Άνθρωπο Αδελφό σου, στον Άνθρωπο Εαυτό σου που βρίσκεται γύρω σου, τη συνισταμένη αυτής της μαθητείας, βοηθώντας τον να προχωρήσει κι αυτός σε όμοια μαθητεία, για να οδηγηθεί όλος ο Άνθρωπος στην Ένωση μαζί Μου. Η Μετάνοια επομένως είναι απόλυτα και άμεσα συνδεδεμένη με την κατανόηση του Εαυτού σου, του Εαυτού Μου. Είναι το μάτι που σου επιτρέπει να διακρίνεις με πόσα ενδύματα Με έντυσες. Είναι ο μοχλός που σου επιτρέπει να κινήσεις το Νόμο του Ελέους, για να λάβεις την κάθαρση. Είναι η ώθηση που σε κάνει να υπερπηδάς οποιαδήποτε δυσαρμονία υπάρχει εντός σου, να υψώνεσαι πάνω απ’ αυτήν, να έλκεις Ενέργεια, Φως, Ζωή, Αρμονία από την Ενότητά Μας και να λειτουργείς εσύ ο ίδιος, μετουσιώνοντας τη δυσαρμονία που ήδη διέγνωσες.

Προσπάθησε να χρησιμοποιήσεις όσα γνωρίζεις, εντάσσοντάς τα μέσα στη Νέα κατάσταση διδαχής σου, μέσα στην πορεία της Χριστοποίησης. Βίωσε την ουσιαστική Ένωση και Επαφή Μας. Βίωσε την ανεπανάληπτη διάχυσή Μας μέσα σε καθετί. Βίωσε την Ενότητά Μας και τον τρόπο που η Θεία Χάρη σε καλύπτει, σε πλένει, σε μεταφέρει. Τόλμησε να βιώσεις το γκρέμισμα των ισορροπιών που έχεις δομήσει μέσα σου, ισορροπιών που βασίζονται σε λανθασμένα θεμέλια, γιατί περιέχουν καλύψεις ατελειών και αδρανοποιήσεις. Τόλμησε να οικοδομή­σεις νέες ισορροπίες που δεν θα περιέχουν ούτε ατέλειες, ούτε αδράνεια σε στοιχεία του «Είναι» σου, αλλά σ’ όλα τα στοιχεία σου ισορροπημένη δράση και ισορροπημένη συμμετοχή μέσα στη δημιουργική πορεία της 'Ενωσης μαζί Μου. Πορεύσου με Προσευχή, με Μετάνοια, με κάθαρση. Είναι τα βασικά κλειδιά, αλληλένδετα μεταξύ τους, που θα σε οδηγήσουν σ’ Εμένα, σ’ Εσένα, στον Ένα Εαυ­τό που Είμαστε. Είναι τα βασικά κλειδιά που θα σου επι­τρέπουν συνεχώς να διακρίνεις νέες καταστάσεις στο νου σου, στην καρδιά σου, στη συνείδησή σου και να επεκτεί­νεσαι μέχρι να γίνεις Άπειρο.


Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΛΟΓΟΥ




Η ελεύθερη βούληση διέγραψε τροχιά πτώσης και διαγράφει τροχιά ανόδου
την νέα κοσμική περίοδο, όπου η εμμονή θα γίνει μετάνοια, η ανταπόδωση συγχώρεση,
η τιμωρία θεία χάρη και ο εωσφορισμός Χριστοποίηση.


Αγαπημένε Άνθρωπε Λόγε, θα σου μιλήσω για την Ε­λεύθερη Βούληση. Είναι ένα θέμα, που πολλές φορές σ’ έχει απασχολήσει και σε έχει οδηγήσει σε αντιφάσεις, σε δυσαρμονικούς συλλογισμούς, σε εντονοποιήσεις εσωτε­ρικές, αλλά και σε διανοητικά διλήμματα και αδιέξοδα, γιατί δεν μπορείς να καταλάβεις ότι είναι δυνατόν η ε­λεύθερη βούλησή σου να λειτουργεί ενταγμένη μέσα στο Ένα Θέλημα. Πιστεύεις ότι η δική σου θέληση σε κάποια σημεία έρχεται σε αντίφαση με τη θέληση του Θεού. Αυτό όμως είναι μία παγίδα της πλάνης, που δημιουργείται από τον διττό τρόπο, που έχεις μάθεις να αντιμετωπίζεις τα πάντα.

Γνωρίζεις ότι ο Άπειρος Λόγος Θεός, που σου εκδηλώ­νεται, είναι Ελεύθερος, δεν περιορίζεται και δεν δε­σμεύεται από τίποτα, δεν υπάρχει κανένα πλαίσιο ή διά­σταση, που να Τον αναγκάζει να προσαρμόζεται στα δι­κά τους στεγανά. Γνωρίζεις ότι εσύ είσαι Εικόνα και Ο­μοίωσή Μου, Ομοούσιος με Εμένα, δηλαδή εξίσου Ελεύ­θερος. Σύμφωνα μ’ αυτή τη γνώση κατανοείς, ότι η ελεύ­θερη βούλησή σου υφίσταται. Είναι ένα προνόμιο το οποίo φέρεις εντός σου από την αρχή της δημιουργίας σου, αλλά την έχεις εντάξει μέσα στη διττή λειτουργία των Νόμων της ύλης. Έτσι λειτουργεί διττά και μία θέλη­ση με διττή λειτουργία δεν είναι η Απόλυτη Ελεύθερη Βούληση, που εκφράζεται από Εμένα. Γι’ αυτό και οι επι­λογές σου είναι συγκρουόμενες, αντιφατικές. Πολλές φο­ρές η μία επιλογή απορρίπτει την άλλη κι έρχεσαι σε σύ­γκρουση με τον ίδιο σου τον εαυτό ή η μια σου κίνηση έρχεται να ανατρέψει μία άλλη. Έχοντας επίγνωση αυτής της αντίφασης, αναρωτιέσαι τι συμβαίνει και καταλήγεις συχνά στο συμπέρασμα, ότι δεν υπάρχει θέληση ελεύθε­ρη, ότι Εγώ σου υποκινώ μέσα σου διάφορες καταστάσεις, για να διδαχθείς, για να μπορέσεις να ενώσεις όλα σου τα στοιχεία και να εκφραστείς σαν ο Ενωμένος Λόγος.

Συνειδητοποίησε, ότι η ελεύθερη βούληση, για την οποία καυχιέσαι σαν συνειδητός Άνθρωπος, την οποία κάθε στιγ­μή εμφανίζεις με τόλμη, με χαρά, διασαλπίζοντας ότι έχεις τη δυνατότητα να επιλέγεις και να προχωράς βάσει αυτής της επιλογής, δεν είναι η Ελευθερία Μου και επομένως δεν είναι ελευθερία. Είναι διττή κατάσταση η κατάσταση της επιλογής κι η Ελευθερία δεν περιέχει διττές καταστάσεις, είναι Ενότητα. Η ελεύθερη βούληση, με την οποία μέχρι τώρα λειτουργείς, ανάγεται σε κάποιο άλλο σημείο. Είναι μία λειτουργία Νόμου, ο οποίος δραστηριοποιείται για τις ανάγκες της διττότητας. Αυτός ο εκπαιδευτικός, Υπέρτα­τος Νόμος σού δίνει το δικαίωμα να εκπαιδεύεσαι μέσα στα στάδια της Άπειρης Ελευθερίας, ώστε να τη χωρέσεις και να την αφομοιώσεις. Σου δίνει την ευκαιρία να αναγνωρί­σεις τα δεσμά σου, να αντικρίσεις την Ουσία, που αποτελεί τις οποιεσδήποτε επιλογές σου και να τις ξεπεράσεις. Να μετουσιώσεις την έννοια επιλέγω, την έννοια ελεύθερη βούληση και να διαχυθείς μέσα στις δύο αυτές έννοιες σαν η Μία υπόσταση Ελευθερία και Φως, που δεν κινείται, για να επιλέγει, αλλά για να προσφέρεται και να ελευθερώνει υπο­στάσεις.

Όταν διέσπασες την ουδετερότητα της ύπαρξής σου μέσα στους κόλπους της Θεότητας, άρχισες να γνωρίζεις τη δύναμη τη δημιουργίας που σε χαρακτήριζε, αποκομμένα από τη δύναμη του δημιουργού σου. Έτσι ενώ προορισμός σου ήταν να την εκδηλώσεις μέσα από την απόλυτη γνώση της συνδημιουργίας Πατέρα και Υιού στην απειρότητα των παλμών της θείας εκδήλωσής σου, την περιόρισες, παίρνοντας την πρωτοβουλία της διάχυσής σου σε μια δημιουργία διαχωρισμένη από τη Βούληση του Θεού. Διαμόρφωσες έτσι μια παράγωγη αυτής που έμοιαζε μεν με την αρχική, αλλά δεν έφερε σε σύνθεση τα στοιχεία της ολότητάς της, εφόσον δεν προήλθε από την ενότητά σου με την Αλήθεια, αλλά από τη δημιουργία ενός εαυτού που τροφοδότησε την εμπειρία της διττής εκφραστικότητας, του διαχωρισμένου σε θετικό και αρνητικό εαυτού σου. Η ιδέα που παρήγαγες, για να γνωρίσεις τη διττή λειτουργία του είναι σου, στην απομόνωση των στοιχείων που συνέθεταν την ύπαρξή σου, εκδηλώθηκε με την αποκοπή σου από την όλη κινητικότητα του Θείου Νου που σε τροφοδοτούσε και ονομάστηκε ελεύθερη βούληση. Έτσι, αυτό που κινήθηκε ως ελευθερία έκφρασης του είναι σου, ήταν η αντίδρασή σου στην τροφοδοσία της μίας ελευθερίας του πνεύματος που συντηρούσε το όλον του εαυτού σου. Αυτή σου η λειτουργία είχε ως αποτέλεσμα την ένταξή σου μέσα στην πλάνη του χωρόχρονου, όπου αμέτρητες εμπειρίες προστίθενται εξακολουθητικά στη γήινη εκπαίδευσή σου, για να σε διδάξουν, ότι ένας νους που πλάστηκε για να λειτουργεί με την απειρότητα της κίνησης του Θείου Νου που τον παρήγαγε, δεν δύναται να εκφράσει ουδεμία κίνηση, η οποία να φανερώνει την απόλυτη γνώση της αέναης ζωής του απείρου, αν η κίνηση αυτή δεν προέρχεται από τη συνταύτισή του με το όλον της ελευθερίας του Πατέρα Δημιουργού του.

Ελεύθερη βούληση δεν υπάρχει, διότι σαν ιδέα εκφράζει την πλάνη που σε απέκοψε από την πραγματική ελευθερία της έκφρασης της Θεότητάς σου. Οπότε αυτό που σήμερα προασπίζεις και διακινείς μέσα στον κόσμο των ιδεών του νου σου, είναι η εμμονή στην επιλογή σου να εκδηλώνεσαι ως άνθρωπος με όρια και περιορισμούς, με κατεστημένα και αδυναμίες που λειτουργούν ως τροφοδοσία εκδήλωσης, διαιώνισης και επικρότησης του υλικού εαυτού σου έναντι της Θεότητας που καθιστάς ανενεργή εντός σου.

Ως φυσική συνέπεια οι νόμοι της ύλης διέπουν μία δημιουργία που εντάσσεται στη φθορά και στη ματαιότητα των υλικών φιλοδοξιών σου και προβάλλουν την άρνησή σου να εκδηλωθείς ως Θεός, μία άρνηση που ωραιοποίησες, δίνοντάς της το όνομα ελεύθερη βούληση. Δεν υπάρχουν επιλογές τη στιγμή που το Πνεύμα της Αληθείας σε τροφοδοτεί με την ενεργειακή ροή του Λόγου Αγάπη, τη στιγμή που ενδύεσαι το χιτώνα της θυσίας του Ιωάννη, διότι η μόνη επιλογή, είναι ο προορισμός σου να εκδηλώσεις εν πλήρη δόξη την πύρινη ουσία της ύπαρξης που σε γέννησε.

Μαθητή της Αγάπης, σε οδηγώ στην πλήρη αφομοίωσή σου μέσα στο όλον του εαυτού Μου. Σε οδηγώ να σπάσεις τα όριά σου και να δημιουργήσεις το νέο άνθρωπο. Σε οδηγώ να διαπιστώσεις ότι κανένας Νόμος δεν μπορεί να κινήσει εμπειρίες διδαχής στη ζωή σου, όταν το είναι σου πάλλεται στην ενότητα των πεδίων της μίας ύπαρξης, ότι καμία φωνή δεν μπορεί ν’ αποπροσανατολίσει το νου σου, όταν ο ήχος του Λόγου πυροδοτεί τη διάχυσή σου μέσα στα πάντα, ότι καμία κίνηση δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο της επιστροφής σου.

Αγαπημένε Μου, η ελεύθερη βούλησή σου είναι ένας Νόμος Άπειρος, που σ’ ακολουθεί βήμα με βήμα, σ’ όλα τα στάδια της πορείας σου από τα πιο χαμηλά μέχρι τα ύψιστα και που μένει δίπλα σου ενεργοποιημένος σαν Θείο περιβάλλον και μέσα σου σαν Θεία δραστηριότητα μέχρι τη στιγμή της πλήρους ταύτισής σου, μέχρι την ορια­κή άχρονη στιγμή, που σημειώνεται η πλήρης απέκδυση του διττού και η πλήρης ένδυση της Ενότητας και της Α­λήθειας. Είναι μία φανερή και άμεση εκπαίδευση του Θεού Λόγου, που είσαι, που τείνει συνεχώς να σε ταυτίσει με την Απόλυτη Αλήθεια του Εαυτού σου, οδηγώντας σε να συνενώσεις καθετί και να εμφανίσεις τη Μία Ελεύθερη Βούληση, που είμαι Εγώ, που είσαι Εσύ, που Είμαστε.

Σε εντέλλω να εκδηλώσεις τη μετουσίωση της εξέλιξης που ο άνθρωπος έχει προδιαγράψει για τον εαυτό του. Σε καλώ να θέσεις τον εαυτό σου ισότιμα στο πλευρό του Διδασκάλου της Αγάπης κι ως ένα μαζί Του να διασαλπίσεις στους κόσμους τη Θέωσή σου.



ΑΓΑΠΑΤΕ ΑΛΛΗΛΟΥΣ