Ας δούμε λίγο το δημοκρατικό μας σύστημα. Το είδος της δημοκρατίας που έχει αναπτυχθεί από τα μέσα της δεκαετίας του '80 μπορεί να χαρακτηριστεί ως κυρίως διαδικαστικού τύπου. Βασίζεται, δηλαδή, σε τυπικές λειτουργίες και στη γραφειοκρατία. Σε αυτή τη διαδικαστική δημοκρατία τα πολιτικά κόμματα συναγωνίζονται μέσα από τους κανόνες του εκλογικού συστήματος.
Παρατηρούμε ότι οι θεσμοί έπαψαν να αποτελούν τον κορμό του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, όταν στις αρχές του '80, οι ανεπτυγμένες δημοκρατίες της Δύσης απέρριψαν το μοντέλο θεσμικής διακυβέρνησης. Ως αποτέλεσμα αυτού, κοινωνικές ομάδες ειδικών συμφερόντων διατηρούνται στην εξουσία μέσω της συνεχούς εκλογικής αναμέτρησης συμμετέχοντας από κοινού - ανεξάρτητα από το αξίωμα του καθενός - στην εξουσία. Εκμεταλλευόμενοι τους ατροφικούς θεσμούς, συγκεκριμένοι κύκλοι μοιράζουν το δημόσιο πλούτο και τις ευκαιρίες για γρήγορα κέρδη που προσφέρει ο παρεμβατισμός ή η εθνική οικονομία. Για παράδειγμα, στη διαχείριση της εξουσίας συμμετέχει τόσο ο αρχηγός του Α κοινοβουλευτικού κόμματος ποσοστού 3,2% όσο και ο πρόεδρος ενός κυβερνώντος κόμματος με ποσοστό 42%, χωρίς να επιτρέπουν την εξάρτηση τους από ιδεολογίες και δεοντολογίες.
Δεν πρόκειται για συνωμοσία, ούτε για μυστικιστικούς κύκλους ή συλλόγους. Η ελίτ των διαδικαστικών δημοκρατιών έχει οριζόντια μορφή και διανύει όλη την απόσταση του πολιτικού ορίζοντα από άκρα δεξιά έως άκρα αριστερά. Κοινό συστατικό είναι ο πλούτος που προκύπτει από την εκμετάλλευση των ευκαιριών που προσφέρονται εξαιτίας των αποδυναμωμένων πολιτικών θεσμών.
Η εξοικείωση του σώματος των πολιτών με τη διαδικαστική δημοκρατία, δημιουργεί την ευχέρεια σε κράτη με διεφθαρμένα καθεστώτα να αυτοπροσδιορίζονται «δημοκρατίες». Εφόσον η χώρα διεξάγει έντιμες εκλογές σε τακτά χρονικά διαστήματα και το αποτέλεσμα τους γίνεται αποδεκτό στο εσωτερικό από τους αντιπάλους, τότε σαφώς αναγνωρίζονται ως Δημοκρατίες. Η διαδικασία της εκλογής έχει δώσει την αξιοπιστία. Στο μεταξύ, η διαχειρίστρια δύναμη της εξουσίας λειτουργεί παραγωγικά υπέρ των ειδικών συμφερόντων της ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Έτσι παρέχεται απλόχερα και η αναγνώριση του εκλογικού αποτελέσματος από τον πολιτικό αντίπαλο.
Τα βασικά αξιώματα της δημοκρατίας - στις δυο της ιστορικές μορφές - ήταν η αντίσταση ενάντια στη διαφθορά, η αντιμετώπιση της υπέρβασης εξουσίας και η άμυνα ενάντια στην τυραννία. Τα δύο είδη δημοκρατίας που αναπτύχθηκαν από την αρχαιότητα έως σήμερα, το Πολίτευμα της Ρώμης, φυσική εξέλιξη της ελληνικής δημοκρατίας, και ο διαχωρισμός των εξουσιών του Διαφωτισμού, έθεσαν σε λειτουργία δικλίδες ασφαλείας (θεσμούς) για τη διασφάλιση της ελευθερίας του ατόμου αλλά και της ηθικής ακεραιότητας του Κράτους. Κανείς δεν έλαβε υπόψη του τη δυνατότητα διάβρωσης των θεσμών αυτών των συστημάτων από παράγοντες όπως το δια-εθνικό συμφέρον. Είναι γεγονός ότι από τη φύση της η διαδικαστική δημοκρατία δεν μπορεί να εξασφαλίσει αληθή δημοκρατία, τον πλήρη δηλαδή έλεγχο της πολιτικής διαδικασίας από το σώμα των πολιτών. Ένα καθεστώς που επιθυμεί τέτοιο έλεγχο, θα πρέπει να υποστηρίζει μηχανισμούς που ελέγχουν το δια-εθνικό οικονομικό περιβάλλον. Τέτοιοι μηχανισμοί δεν υπάρχουν σήμερα, τόσο σε εθνικά όσο και σε διεθνή πλαίσια. Αντίπαλος τέτοιων μηχανισμών είναι η κρατική γραφειοκρατία, η οποία έχει εξελιχθεί σε αντιθεσμό, με ικανότητες μετάλλαξης και με στόχο την αυτοσυντήρηση της και την επικράτηση. Η κρατική γραφειοκρατία από τη φύση της συνδράμει, ευνοεί και ενισχύει τις λειτουργίες και τις δραστηριότητες του οργανωμένου οικονομικού - κυρίως - εγκλήματος. Οι όποιες παρεμφερείς δραστηριότητες τύπου λαθρεμπορίου ναρκωτικών, εμπορίου όπλων, εμπορίου οργάνων, εμπορίου βιοχημικών ουσιών, εμπορίου ανθρώπων, παρεμπιπτόντως ευνοούνται.
Η διαφθορά μελών της κρατικής γραφειοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων και μελών μιας κυβέρνησης, καθώς προΐστανται των λοιπών γραφειοκρατών, παρατηρείται σε όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες ανεξάρτητα από το εάν αυτές είναι εδραιωμένες, νεοσύστατες ή μεταβατικές. Ουσιαστικά, η μετεξέλιξη της θεσμικής δημοκρατίας σε δημοκρατία διαδικασιών έχει πλάσει ένα νέο ζώντα οργανισμό: ένα καθεστώς, η σύσταση του οποίου δεν εξαρτάται από εκλογές, πολιτικούς αγώνες ή άλλες μορφές ανάδειξης. Το Νέο Κράτος απαρτίζεται από το οργανωμένο συμφέρον της εθνικής ελίτ, το οποίο και σχετίζεται άμεσα με το συμφέρον άλλων, αντίστοιχων κρατικών ελίτ, διεθνώς. Το Νέο Κράτος διατηρεί όλα τα προσχήματα, όπως για παράδειγμα την εκλογική αναμέτρηση, χωρίς όμως να θέτει την ελίτ που υπηρετεί σε θέση υπόλογου απέναντι στο σώμα των πολιτών. Η ελίτ και η κρατική γραφειοκρατία δεν είναι υπόλογοι κανενός.
Η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος εξαρτάται από το κατά πόσο το ίδιο το σύστημα προλαμβάνει την υπέρβαση εξουσίας και την κακή διαχείριση των πόρων. Πρόκειται για υπεξαίρεση της εντολής του σώματος των πολιτών και για κατάχρηση της εμπιστοσύνης που απορρέει από αυτή την εντολή. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι το σύγχρονο Κράτος λειτουργεί, (έχοντας, αυτοβούλως, αποποιηθεί τις ευθύνες του, όπως αυτές συνεπάγονται ενός δημοκρατικού πολιτεύματος) επιλέγοντας την αυταρχική εφαρμογή των αποφάσεων του, μέσω της γραφειοκρατίας, με σκοπό αφενός την συντήρηση του και αφετέρου την επικερδή συναλλαγή με το άνομο συμφέρον. Η σημασία της εκλογικής διαδικασίας αναιρείται καθώς ο εκλεγμένος άρχοντας, ως μέλος της κρατικής γραφειοκρατίας και συνεργάτης - κατ' επέκταση - της ελίτ, παύει να είναι υπόλογος προς τον πολίτη. Ο πολιτικός είναι εκτός ελέγχου. Οι νόμοι περί ασυλίας των υπουργών το αποδεικνύουν. Η διαφθορά των πολιτικών παράγει τη νέα τυραννία: του μη υπόλογου καθεστώτος
Παρατηρούμε ότι οι θεσμοί έπαψαν να αποτελούν τον κορμό του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, όταν στις αρχές του '80, οι ανεπτυγμένες δημοκρατίες της Δύσης απέρριψαν το μοντέλο θεσμικής διακυβέρνησης. Ως αποτέλεσμα αυτού, κοινωνικές ομάδες ειδικών συμφερόντων διατηρούνται στην εξουσία μέσω της συνεχούς εκλογικής αναμέτρησης συμμετέχοντας από κοινού - ανεξάρτητα από το αξίωμα του καθενός - στην εξουσία. Εκμεταλλευόμενοι τους ατροφικούς θεσμούς, συγκεκριμένοι κύκλοι μοιράζουν το δημόσιο πλούτο και τις ευκαιρίες για γρήγορα κέρδη που προσφέρει ο παρεμβατισμός ή η εθνική οικονομία. Για παράδειγμα, στη διαχείριση της εξουσίας συμμετέχει τόσο ο αρχηγός του Α κοινοβουλευτικού κόμματος ποσοστού 3,2% όσο και ο πρόεδρος ενός κυβερνώντος κόμματος με ποσοστό 42%, χωρίς να επιτρέπουν την εξάρτηση τους από ιδεολογίες και δεοντολογίες.
Δεν πρόκειται για συνωμοσία, ούτε για μυστικιστικούς κύκλους ή συλλόγους. Η ελίτ των διαδικαστικών δημοκρατιών έχει οριζόντια μορφή και διανύει όλη την απόσταση του πολιτικού ορίζοντα από άκρα δεξιά έως άκρα αριστερά. Κοινό συστατικό είναι ο πλούτος που προκύπτει από την εκμετάλλευση των ευκαιριών που προσφέρονται εξαιτίας των αποδυναμωμένων πολιτικών θεσμών.
Η εξοικείωση του σώματος των πολιτών με τη διαδικαστική δημοκρατία, δημιουργεί την ευχέρεια σε κράτη με διεφθαρμένα καθεστώτα να αυτοπροσδιορίζονται «δημοκρατίες». Εφόσον η χώρα διεξάγει έντιμες εκλογές σε τακτά χρονικά διαστήματα και το αποτέλεσμα τους γίνεται αποδεκτό στο εσωτερικό από τους αντιπάλους, τότε σαφώς αναγνωρίζονται ως Δημοκρατίες. Η διαδικασία της εκλογής έχει δώσει την αξιοπιστία. Στο μεταξύ, η διαχειρίστρια δύναμη της εξουσίας λειτουργεί παραγωγικά υπέρ των ειδικών συμφερόντων της ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Έτσι παρέχεται απλόχερα και η αναγνώριση του εκλογικού αποτελέσματος από τον πολιτικό αντίπαλο.
Τα βασικά αξιώματα της δημοκρατίας - στις δυο της ιστορικές μορφές - ήταν η αντίσταση ενάντια στη διαφθορά, η αντιμετώπιση της υπέρβασης εξουσίας και η άμυνα ενάντια στην τυραννία. Τα δύο είδη δημοκρατίας που αναπτύχθηκαν από την αρχαιότητα έως σήμερα, το Πολίτευμα της Ρώμης, φυσική εξέλιξη της ελληνικής δημοκρατίας, και ο διαχωρισμός των εξουσιών του Διαφωτισμού, έθεσαν σε λειτουργία δικλίδες ασφαλείας (θεσμούς) για τη διασφάλιση της ελευθερίας του ατόμου αλλά και της ηθικής ακεραιότητας του Κράτους. Κανείς δεν έλαβε υπόψη του τη δυνατότητα διάβρωσης των θεσμών αυτών των συστημάτων από παράγοντες όπως το δια-εθνικό συμφέρον. Είναι γεγονός ότι από τη φύση της η διαδικαστική δημοκρατία δεν μπορεί να εξασφαλίσει αληθή δημοκρατία, τον πλήρη δηλαδή έλεγχο της πολιτικής διαδικασίας από το σώμα των πολιτών. Ένα καθεστώς που επιθυμεί τέτοιο έλεγχο, θα πρέπει να υποστηρίζει μηχανισμούς που ελέγχουν το δια-εθνικό οικονομικό περιβάλλον. Τέτοιοι μηχανισμοί δεν υπάρχουν σήμερα, τόσο σε εθνικά όσο και σε διεθνή πλαίσια. Αντίπαλος τέτοιων μηχανισμών είναι η κρατική γραφειοκρατία, η οποία έχει εξελιχθεί σε αντιθεσμό, με ικανότητες μετάλλαξης και με στόχο την αυτοσυντήρηση της και την επικράτηση. Η κρατική γραφειοκρατία από τη φύση της συνδράμει, ευνοεί και ενισχύει τις λειτουργίες και τις δραστηριότητες του οργανωμένου οικονομικού - κυρίως - εγκλήματος. Οι όποιες παρεμφερείς δραστηριότητες τύπου λαθρεμπορίου ναρκωτικών, εμπορίου όπλων, εμπορίου οργάνων, εμπορίου βιοχημικών ουσιών, εμπορίου ανθρώπων, παρεμπιπτόντως ευνοούνται.
Η διαφθορά μελών της κρατικής γραφειοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων και μελών μιας κυβέρνησης, καθώς προΐστανται των λοιπών γραφειοκρατών, παρατηρείται σε όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες ανεξάρτητα από το εάν αυτές είναι εδραιωμένες, νεοσύστατες ή μεταβατικές. Ουσιαστικά, η μετεξέλιξη της θεσμικής δημοκρατίας σε δημοκρατία διαδικασιών έχει πλάσει ένα νέο ζώντα οργανισμό: ένα καθεστώς, η σύσταση του οποίου δεν εξαρτάται από εκλογές, πολιτικούς αγώνες ή άλλες μορφές ανάδειξης. Το Νέο Κράτος απαρτίζεται από το οργανωμένο συμφέρον της εθνικής ελίτ, το οποίο και σχετίζεται άμεσα με το συμφέρον άλλων, αντίστοιχων κρατικών ελίτ, διεθνώς. Το Νέο Κράτος διατηρεί όλα τα προσχήματα, όπως για παράδειγμα την εκλογική αναμέτρηση, χωρίς όμως να θέτει την ελίτ που υπηρετεί σε θέση υπόλογου απέναντι στο σώμα των πολιτών. Η ελίτ και η κρατική γραφειοκρατία δεν είναι υπόλογοι κανενός.
Η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος εξαρτάται από το κατά πόσο το ίδιο το σύστημα προλαμβάνει την υπέρβαση εξουσίας και την κακή διαχείριση των πόρων. Πρόκειται για υπεξαίρεση της εντολής του σώματος των πολιτών και για κατάχρηση της εμπιστοσύνης που απορρέει από αυτή την εντολή. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι το σύγχρονο Κράτος λειτουργεί, (έχοντας, αυτοβούλως, αποποιηθεί τις ευθύνες του, όπως αυτές συνεπάγονται ενός δημοκρατικού πολιτεύματος) επιλέγοντας την αυταρχική εφαρμογή των αποφάσεων του, μέσω της γραφειοκρατίας, με σκοπό αφενός την συντήρηση του και αφετέρου την επικερδή συναλλαγή με το άνομο συμφέρον. Η σημασία της εκλογικής διαδικασίας αναιρείται καθώς ο εκλεγμένος άρχοντας, ως μέλος της κρατικής γραφειοκρατίας και συνεργάτης - κατ' επέκταση - της ελίτ, παύει να είναι υπόλογος προς τον πολίτη. Ο πολιτικός είναι εκτός ελέγχου. Οι νόμοι περί ασυλίας των υπουργών το αποδεικνύουν. Η διαφθορά των πολιτικών παράγει τη νέα τυραννία: του μη υπόλογου καθεστώτος
Απόσπασμα από το βιβλίο «Κράτος και Οργανωμένο Έγκλημα», του Λευτέρη Δρακόπουλου, εκδ. Εκάτη 2002
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου