Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΩΝΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ

 ΚΛΕΙΔΑΡΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

25/04/2021

Μια βαθύτερη οπτική για τα γεγονότα των καιρών μας

Οι Στωικοί ανακάλυψαν πριν 2.500 χρόνια αυτό, στo οποίο κατέληξαν οι σύγχρονοι αναλυτές. Ο φόβος του θανάτου, μας επηρεάζει στην ζωή μας περισσότερο από τον ίδιο τον θάνατο. Δηλαδή το αντικείμενο του φόβου είναι ο ίδιος ο φόβος. Η Ιδέα του θανάτου καθορίζει τη ζωή μας και μετασχηματίζει την Θρησκευτική πίστη και κοσμοθεωρία μας. Η άγνοια του θανάτου, οδηγεί στην αμφιβολία της αθανασίας της ψυχής και την προσκόλληση στις ηδονές της ύλης.

Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κορύφωσε την αγωνία των ανθρώπων της αρχαιότητας ότι η μοίρα και ο θάνατος είναι στα χέρια των ισχυρών. Η αγωνία της ενοχής και καταδίκης κορυφώθηκε το Μεσαίωνα με τους χριστιανούς και η αγωνία έλλειψης νοήματος από την Μεταρρύθμιση και τον Διαφωτισμό ως τις μέρες μας. Η ψυχολογία λέει ότι η παθολογική αγωνία είναι η συνείδηση των άλυτων συγκρούσεων, στα δομικά στοιχεία της προσωπικότητας π.χ. ορμές και απωθήσεις, το φανταστικό και πραγματικό, τάσεις, επιθυμίες, εφέσεις και ανάγκες που διαμορφώνουν την εμπειρία της αδυναμίας, της ατέλειας και της απόρριψης.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, έγινε πραγματικότητα αυτό που αισθάνονταν οι υπαρξιστές του 19ου αιώνα, ότι απωλέσαμε τον Θεό και εισήλθαμε στο μηδενισμό. Οι άνθρωποι μετασχηματίστηκαν σε πράγματα, τεμάχια της πραγματικότητας, που μπορεί να μετρήσει και να ελέγξει η επιστήμη. Ο νατουραλιστικός αστισμός, έκανε το πρόσωπο δοχείο καθολικών εννοιών. Το ατομικό εγώ έγινε κενός χώρος και φορέας κάποιου που δεν είναι ο εαυτός του, με τον οποίο αποξενώθηκε. Στις αρχές του 21ου αιώνα οι άνθρωποι είναι τα πράγματα που αν δεν βρουν την θέση τους στην Νέα τάξη Πραγμάτων, αποβάλλονται στο περιθώριο και στην αγωνία της ανυπαρξίας, που πήρε το πρόσωπο ενός ολόκληρου τεχνοκρατικού συστήματος. Δεν εξελίχθηκε ο άνθρωπος ηθικά, αλλά εξελίχθηκε οντολογικά η μηχανή που υπηρετεί. Τώρα για τα ανθρωπάκια έμεινε μόνο το θάρρος της απελπισίας. Ο άνθρωπος που έχασε πριν ένα αιώνα, έναν κόσμο με νόημα και έναν εαυτό που ζει με νόημα, είναι αναγκαίο να διευρύνει την ιδέα για την πνευματική του ταυτότητα. Ο κόσμος των αντικειμένων που δημιούργησε ο άνθρωπος, τον παρέσυρε μέσα του χάνοντας την υποκειμενικότητά του, θυμίζοντας τη λίμνη που πνίγηκε ο Νάρκισσος παρασυρόμενος από το είδωλό του.

Συνοπτικά τον 19ο αιώνα χάσαμε το Θεό, τον 20ο χάσαμε τον κόσμο και τον 21ο χάνουμε τον άνθρωπο. Αν ο άνθρωπος δεν κάνει αυτό που περίμενε από το Θεό και τον κόσμο, τότε θα γίνει μετάνθρωπος, εξάρτημα μιας μηχανής. Το δρόμο του μηδενισμού ανοίγουν οι σύγχρονοι κυνικοί, μια καρικατούρα των αρχαίων κριτικών του πολιτισμού, που βασίζονταν στο λόγο, το φυσικό νόμο, επαναστάτες ορθολογιστές σε ένα κόσμο δεισιδαιμονιών. Οι σύγχρονοι κυνικοί όμως δεν πιστεύουν στο λόγο, δεν έχουν κριτήριο αλήθειας ούτε δεδομένες αξίες, ούτε απαντήσεις για τα ερωτήματα του νοήματος της ύπαρξης. Προσπαθούν να υπονομεύσουν κάθε κανόνα και να αποκρούουν κάθε λύση που θα τους στερούσε την άδεια να απορρίπτουν ό,τι επιθυμούν. Άδειοι από πρωταρχικά νοήματα όσο και από το έσχατο, αποτελούν εύκολα θύματα της νευρωτικής αγωνίας. Είναι όπως εκείνοι οι φοιτητές που λένε με ευκολία στον Ακαδημαϊκό καθηγητή τους «άποψή σας, εγώ διαφωνώ» και έτσι κλέβουν αξία για τον εαυτό τους απαξιώνοντάς τον. Η αναγκαστική αυτοεπιβεβαίωση και η φανατική αυτοπαράδοση, είναι εκφράσεις μη δημιουργικού θάρρους να υπάρχεις ως πρόσωπο.

Η Ανθρωπότητα μεταβαίνει από μια Ιστορική περίοδο εξέλιξης σε μια Νέα. Μοιάζει να διασχίζει ένα επικίνδυνο ποτάμι, πατώντας πάνω σε πέτρες που γλιστράνε ή κουνιούνται, κάνοντας το εγχείρημα αμφίβολο. Έτσι ακριβώς αμφίβολα είναι τα δεδομένα, οι όροι και οι έννοιες που είχαμε. Αργά ή γρήγορα η ανθρώπινη σκέψη, θα καταφύγει στα αμετάβλητα Αρχέτυπα και τα Θεμέλια των Αξιών που υπάρχουν στις ρίζες της, εκεί που βρίσκεται το νόημα της Ζωής, στην ολοκλήρωση του Ανθρώπου. Άλλοι σώζονται στην Αγιότητα, άλλοι στην ωραιότητα, άλλοι στη σοφία, άλλοι στην απόλαυση, άλλοι στην πολιτική και άλλοι στην επανάσταση. Βέβαια η γνήσια πνευματική ενεργητικότητα, αποτελεί πάντα και ένα επικίνδυνο τόλμημα, διαφορετικά ανήκει στο χώρο της φλυαρίας της θνητότητας. Η Αρχαία, η Μεσαιωνική και η Σύγχρονη περίοδος σηματοδοτούν 3 περιόδους αγωνίας για το ον που εμπεριέχεται στο Ον. Συνθέτουν το νόημα της απελπισίας και το αδιέξοδο όπου το μη ον στέφεται νικητής.

Η Χριστιανική επιλογή είναι η σωτηρία της ψυχής και του προσώπου από το μηδέν, όλα τα άλλα έπονται. Αυτή η τοποθέτηση συνείδησης, οριοθετείται εσχατολογικά από την Θεία Κρίση. Από αυτήν την στάση ζωής φυγομαχούν οι περισσότεροι χριστιανοί, συνηγορώντας στην άποψη ότι ο πολιτισμός μας έγινε ρηχός. Πολλοί αποδίδουν ευθύνη στον ερπετοειδή εγκέφαλο των επιθυμιών μας και άλλοι στο Θεό που επέτρεψε κάτι τέτοιο. Την εποχή εκείνη, στις ομάδες των Γνωστικών, υπήρχε η γνώση ότι κάποιοι κατώτεροι δημιουργοί έφτιαξαν τα κατώτερα σώματα του Ανθρώπου με τα ένστικτα και τις επιθυμίες. Ο Χριστός είπε μια παραβολή για να το ταξινομήσει:

Στην παραβολή των ζιζανίων, ο κύριος ενός αγρού διαλέγει καλό σπόρο για να σπείρει, αλλά το βράδυ ο διάβολος θα ρίξει κρυφά και δικούς του σπόρους. Όταν οι εργάτες λένε στον κύριο να βγάλουν τα ζιζάνια, ο κύριος δεν τους αφήνει, διότι φοβάται μήπως χαθεί το καλό σιτάρι (να γιατί ο φόβος θεωρείται αρχή Σοφίας από τους Πατέρες). Όταν θα έρθει η ώρα του θερισμού τους λέει, τότε οι θεριστές θα κάνουν δεμάτια τα ζιζάνια και θα τα κάψουν, ώστε να μείνει ο καθαρός σίτος στη συγκομιδή. Το βαθύτερο νόημα είναι ότι αν ξεριζωθεί η επιθυμία εν γένει θα είναι λάθος. Αφενός γιατί η στέρηση του όντος γεννά την κακία που υπάρχει στην ανυπαρξία (δηλαδή εγκλωβιζόμαστε το Μη Ον) και αφετέρου δίχως την διακαή επιθυμία της ένωσης με τον Θεό, δεν πραγματοποιείται πνευματική εξέλιξη.

Κάθε οργανισμός, από τον πιο απλό μιας αμοιβάδας, ως τον πιο σύνθετο, έναν άνθρωπο είτε θεωρείται μικρής σημασίας όπως το μερμήγκι, είτε μεγάλης όπως ο πλανήτης μας, διαθέτει ένα σχέδιο προδιαγραφής και εξέλιξης της ζωής του. Το σχέδιο ζωής κάθε οργανισμού διαθέτει δύο βασικά προγράμματα λειτουργιών, το ένα είναι η αυτοσυντήρηση με το ένστικτο της επιβίωσης και το άλλο η σεξουαλικότητα και η αναπαραγωγή. Όσον αφορά τον άνθρωπο, το πρώτο σχετίζεται με την διατροφή και τον φόβο του θανάτου και το άλλο με τον έρωτα και την τόλμη να ζεις. Τα ένστικτα συνδέονται με τον πρώτο ερπετοειδή εγκέφαλο και την αμυγδαλή, που εδράζει η σχέση ανταμοιβής και τιμωρίας, πόνου και ηδονής. Ο Φρόιντ τα ονόμασε libido και mortido, ενώ ο Ράιχ τα σύνδεσε με την αντιοργόνη και την οργόνη. Απελευθερωνόμαστε από αυτήν την μηχανική σχέση, όταν η αυτοεκτίμησή μας νικήσει την ενοχή και την αυτοκαταδίκη, όταν η αυτοαποδοχή μας υπερβεί το κενό της έλλειψης νοήματος της ζωής και τέλος όταν η αυτογνωσία μας φτάσει στην εμπειρία της προσωπικής ένωσης με τον Θεό που ενυπάρχει εντός μας, στην επίγνωση της αθανασίας που αποτελεί Θεία Δωρεά και κατανικά τον φόβο του θανάτου. Είναι η απελευθέρωση της ύπαρξης που άρχεται κάτω από Νόμους φυσικούς και ηθικούς και δίνει τη θέση της στο Είναι, όταν το ατομικό εγώ γίνεται Εγώ Ειμί, δηλαδή αποκτά πρόσωπο.

Θάρρος είναι η ετοιμότητα να αναλάβουμε τη διαχείριση της αρνητικότητας κάθε φόβου, αναγκών, κόπου, πόνου, ανασφάλειας, απώλειας ή καταστροφής. Θάρρος και φόβος έχουν ψυχοσωματικό χαρακτήρα και αποτελούν βασικό συστατικό της ζωής. Η ισορροπία φόβου και θάρρους είναι το κλειδί της αποδοχής της ζωής και του εαυτού που αντιστέκεται στο Μηδέν από όπου προήλθε και το μη Ον, που αποτελεί την άρνηση του Όντος, του αληθινού μας εαυτού. Ο φόβος ή το θάρρος για τη ζωή και το θάνατο έχουν αλληλεξάρτηση. Η ανισορροπία φόβου και θάρρους καταστρέφει τη ζωή, ο φόβος της ύπαρξης μειώνει την ζωτικότητα κι έτσι υποστέλλεται το θάρρος. Αυτό αποτελεί σημάδι τέλους κάθε ιστορικής εποχής.

Το θάρρος είναι η γνώση τι να αποφύγεις και τι να κάνεις, είναι προϊόν έλλογης διαδικασίας μόνο για τον άνθρωπο. Στη ζωή λειτουργεί υπό τον νόμο της αγελαίας συνείδησης. Επομένως θάρρος εννοούμε ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό κατ’ ουσίαν. Η ζωτικότητα στον άνθρωπο είναι τόσο μεγάλη, όσο και το νόημα που αποδίδει στην ζωή του και γι’ αυτό ο άνθρωπος διαθέτει εν δυνάμει μεγαλύτερη ζωτικότητα σε σχέση με τα ζώα, άσχετα αν αυτό δεν διακρίνεται πάντα επειδή τα ζώα εκδηλώνουν πιο άμεσα την δύναμη ζωής που ωθείται από τον προορισμό που έχει ως νόημα κάθε είδος. Η ζωτικότητα είναι δύναμη δημιουργίας, όπου ο άνθρωπος υπερβαίνει τον εαυτό του χωρίς να τον χάνει. Η δημιουργικότητα της ανθρώπινης τεχνολογίας είναι η υλική όψη της πνευματικής του δημιουργικότητας, όπου γίνεται προφανές ότι σε σχέση με τα ζώα μόνο ο άνθρωπος διαθέτει πλήρη ζωτικότητα.

Ο άνθρωπος ζει μέσω του νοήματος που αποδίδει στη ζωή του και σε κάθε τι. Ζει με αυτό που είναι έγκυρο λογικά, αισθητικά, κοινωνικά, ηθικά, θρησκευτικά. Η υποκειμενικότητά του είναι γεμάτη αντικειμενικότητα, που συνήθως αγνοεί και ο ίδιος. Σε κάθε συνάντηση με την πραγματικότητα οι δομές του ανθρώπου και του κόσμου είναι αμοιβαία παρούσες. Θεμελιώδης έκφραση αυτού είναι η γλώσσα που του δίνει την δύναμη να αποσπάται από την πραγματικότητα και να την ερμηνεύει, να επιστρέφει σε αυτήν και να την μετασχηματίζει. Είναι το ον με την μεγαλύτερη δυνατότητα ζωτικότητας, επειδή διαθέτει την γλώσσα που τον ελευθερώνει από την δουλεία των δεδομένων και των αναγκών. Ο άνθρωπος θυμάται το παρελθόν και προβλέπει το μέλλον, αλλά όταν αντικατέστησε τη λέξη πνεύμα με τη λέξη διάνοια, σήμανε την ώρα της νεώτερης έκπτωσής του.

Η δύναμη και η αξία της ύπαρξης να εκπληρώσει το νόημά της είναι η αρετή που συχνά θυσιάζεται γι’ αυτήν. Δίχως τόλμη καμία αρετή δεν μπορεί να εκδηλωθεί. Επομένως το θάρρος να υπάρχεις είναι μια επιταγή που δεν εξαργυρώνεται από όλους, ούτε η ανδρεία που εξαντλείται στην στρατιωτική οπτική επαρκεί για να γίνει όπως δηλώνει το όνομά της ενεργητική ροή προς τα άνω. Την ίδια ροή από κάτω προς τα άνω έχει και ο Έρως που εξυψώνεται ως την Αγάπη που κατεβαίνει από το Θείο προς τα κάτω μέσα στα πάντα. Φυσικά στο Θείο υπάρχουν όλα σε μια Αρμονία ουδετερότητας, δεν υπάρχει πάνω και κάτω, μέσα και έξω, δεξιά και αριστερά. Όλα αυτά ανήκουν στα πεδία της ύλης και της μορφής.

Ο έρως υψώνεται προς τις αιώνιες ουσίες-ιδέες χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο ως εκκίνηση για να το υπερβεί και να το διαλύσει στο Εν. Η πλήρωση του έρωτος είναι η μυστική ένωση με το Εν, στο οποίο εξαφανίζεται κάθε τι συγκεκριμένο. Το οντολογικό πάθος έχει τον χαρακτήρα του έρωτος.

Έχουμε τρεις περιπτώσεις που ζητείται το θάρρος της ύπαρξης:

α) Το μη ον απειλεί την οντική αυτοκατάφαση του ανθρώπου σε σχέση με την μορφή της μοίρας και του θανάτου. Οντικό σημαίνει την βασική αυτοεπιβεβαίωση της ύπαρξης ενώ οντολογικό την φιλοσοφική ανάλυση της ουσίας του όντος.

Η αγωνία της μοίρας και του θανάτου είναι βασική, καθολική, αναπόφευκτη και δεν εξαφανίζεται με επιχειρήματα.

Ο θάνατος είναι η τιμωρία που ορίστηκε στην εδεμική κατάσταση, γι’ αυτούς που θα δοκιμάσουν τον μικτό καρπό της Γνώσης του Καλού και του Κακού. Μέχρι τότε ο άνθρωπος ήταν ελεύθερος να γεύεται και να απολαμβάνει όλα τα αγαθά του κήπου. Ο θάνατος θα χώριζε την άσαρκη και αιώνια ζωή από την σωματική, ορίζοντας τη μικρότερη διάρκεια για την τελευταία. Όταν ο Αδάμ λέει «η Εύα μούδωσε τον καρπό» σημαίνει την έναρξη της εξατομικευμένης συνείδησης και ο θάνατος που ήταν η τιμωρία ενεργοποιείται μόνο όταν η Εύα εξάγεται από τον Αδάμ, όσο ήταν ένα δεν υπάρχει.

Η μοίρα παράγει μια αναπόδραστη αγωνία, διότι πίσω της στέκεται ο θάνατος. Είναι ντυμένος με κάθε εμπειρία που απειλεί την ύπαρξή μας, την ανασφάλεια της αποξένωσης της κοινωνικής και ατομικής μας ύπαρξης, τις επιθέσεις που δεχόμαστε, την αδυναμία, την ασθένεια και τα ατυχήματα. Το θάρρος δεν μπορεί να σβήσει την υπαρξιακή αγωνία παρά μόνο εάν καταστεί συγκεκριμένος φόβος για κάτι, όταν δηλαδή αποκτήσει αντικείμενο. Το θάρρος παίρνει επάνω του την αγωνία του μηδενός του μη όντος. Είναι η αυτοεπιβεβαίωση που παίρνει ενεργητική στάση επίθεσης στην αγωνία του φόβου του θανάτου και μετασχηματίζεται σε θάρρος, ώστε η αγωνία να μην μετασχηματιστεί σε απελπισία.

Ο Λόγος με την έννοια του λογισμού και της επιχειρηματολογίας της λογικής, είναι μόνο το εξωτερικό κάλυμμα του εσωτερικού λόγου, που είναι η δομή των νοημάτων της πραγματικότητας, ενώ στον πυρήνα έχουμε τον Θείο Λόγο, τον Λόγο Θεό, την Πηγή των Αγαθών. Ο καθολικός αυτός Λόγος επικεντρώνεται στο Ιερό Πρόσωπο, διαφορετικά δεν είναι καθολικός. Ο Λόγος αποτελεί την ουσιαστική Φύση του ανθρώπου που κυριαρχεί στις επιθυμίες και τους φόβους του. Η παράδοση του προσωπικού κέντρου στο Λόγο του Όντος, είναι το στωικό θάρρος που μετέχει στη Θεία δύναμη της Σοφίας του Λόγου, υπερβαίνοντας την αγωνία των παθών. Ο άνθρωπος τότε κατακτά το δικαίωμα να ζει και να πεθαίνει. Η αγωνία του θανάτου, κυριαρχεί ακόμα και σε αυτούς που έχασαν την επιθυμία της ζωής, σε εκείνους που νικήθηκαν από την ζωή. Η αυτοχειρία είναι μια υπεκφυγή που υπαγορεύει ο φόβος. Αντίθετα οι Στωικοί την θεωρούσαν δικαίωμα μόνο εκείνων που είχαν το θάρρος να ζουν. Αν το μεγαλύτερο θάρρος προέρχεται από την βαθύτερη απελπισία, τότε οι Στωικοί δεν το κατέδειξαν διότι δεν έφταναν ως εκεί, δηλαδή στην απελπισία της προσωπικής ενοχής.

Ο σπαραγμός του όντος είναι η συνειδητοποίηση ότι είναι ανίσχυρο να αυτοβεβαιωθεί και έτσι επιθυμεί να απορρίψει την αυτοσυνείδησή του, να απαλλαγεί από τον εαυτό του χωρίς να μπορεί. Η αυτοβεβαίωση της ύπαρξης τείνει να γίνει αυτοπαραδοχή, αλλά δεν μπορεί να δραπετεύσει από την ενοχή και την καταδίκη, ούτε και η αυτοκτονία από την μοίρα και το θάνατο. Μόνο το βίωμα της επίγνωσης της αθανασίας αυτού που πέθανε εν ζωή και αναγεννήθηκε άνωθεν είναι το αντίδοτο.

Η γνώση είναι η υπέρτατη αρετή για τον Σωκράτη. Ο θάνατος του Σωκράτη ήταν για στωικούς φιλόσοφους, ό,τι ήταν η Ανάσταση του Χριστού για τους χριστιανούς. Ο Σωκράτης υπερέβη το θάρρος του στρατιώτη που είναι ατομικό, το έκανε καθολικό και ορθολογιστικό. Δεν είναι τυχαίο ότι η Στωική φιλοσοφία επηρέασε τη χριστιανική ηθική και Δογματική, μολονότι οι Στωικοί παραδέχονται την κοσμική παραίτηση, ενώ οι χριστιανοί πιστεύουν στην κοσμική σωτηρία.

Η αποξένωση από την Θεία φύση μας όσο και την φυσική, κάνει την αγωνία απελπισία. Κατέβηκε ο άνθρωπος στο λάκκο του φόβου και του θανάτου, αλλά ακόμη δεν έχει βγει. Η αθανασία μας στα όρια του αιώνιου επιστρέφει σταδιακά ως ένδυμα επτά πέπλων, από τα πεδία που τα απεκδυθήκαμε όταν κατεβαίναμε για ενσάρκωση. 

Η πίστης στην αθανασία της ψυχής, οδηγεί στον αγώνα των αρετών, που δυναμώνει από την Θεία Ζωή της Άπειρης Ψυχής, που τροφοδοτεί το τμήμα που μας δάνεισε. Η ψυχή είναι κτιστή ουσία, ζώσα και νοερή που μεταδίδει στα όργανα του σώματος τη δύναμή της. Η νόηση του γιατρού οδηγεί την αφή να πάρει το σφυγμό και η ίδια νόηση μας κάνει να κατανοούμε ότι η περιφέρεια του ήλιου είναι μεγαλύτερη από ό,τι μας λέει το μάτι ή τι καιρός προβλέπεται από το σχήμα που έχει η σελήνη. Άρα ο ανώτερος νους βλέπει στο άμορφο των Αρχέτυπων Ιδεών, που βρίσκονται εκτός φύσης, δηλαδή εκτός ύπαρξης. Η θεώρηση, η διάκριση και η εποπτεία είναι λειτουργίες του ανώτερου νου, που μας διαφυλάσσουν από τα λανθασμένα συμπεράσματα του κατώτερου διττού νου, του κόσμου της διττότητας, δηλαδή της διάνοιας. Οι θεολόγοι λένε ότι η ψυχή δεν είναι κτιστή, αιώνια ουσία και δεν μετέχει στην Θεία Ουσία, αλλά έλκει αυτόβουλα την Θεία Χάρη. Μπορεί να δεχθεί έτσι τις άκτιστες ενέργειες του Θεού και να θεωθεί.

β) Το μη ον απειλεί την πνευματική αυτοεπιβεβαίωση του ανθρώπου σε σχέση με τη μορφή του κενού και της έλλειψης νοήματος.

Η πνευματική αυτοεπιβεβαίωση συμβαίνει κάθε στιγμή που ο άνθρωπος ζει δημιουργικά όχι απαραίτητα ως δημιουργός, αλλά ως μέτοχος στο νόημα κάποιας δημιουργίας ή ενός έργου. Έτσι αγαπάει ό,τι του δημιουργεί αίσθημα πληρότητας στο βαθμό που πραγματοποιείται με την συμμετοχή στην υλοποίησή του. Στο βάθος του κενού υπάρχει η έλλειψη νοήματος και η αγωνία της απώλειάς του. Η κατάρρευση μιας πίστης ή πεποίθησης, η διακοπή της συμμετοχής στην δημιουργική διαδικασία, η διάψευση μιας βεβαιότητας και η παύση της αφοσίωσης, η αδιαφορία ή η αποστροφή μετά από ένα ερωτικό άφημα, το αίσθημα του ανεκπλήρωτου, το ανικανοποίητο ή όταν αυτά που χθες ήταν αγαπητά σήμερα δεν μας γεμίζουν. Ο σύγχρονος πολιτισμός είναι λιγότερο ικανός να παρέχει περιεχόμενο.

Η συνειδητοποίηση της έλλειψης του κενού, παράγει την καθολική αμφιβολία που είναι στείρα σε σχέση με την δημιουργική αμφιβολία ενός επιστήμονα. Η υπαρξιακή γνώση θεμελιώνεται στην συνάντηση με την δημιουργία ενός νέου νοήματος. Η γνώση της ύπαρξης οδηγεί στην υπαρξιακή γνώση, γι’ αυτό ο Σωκράτης έλεγε ότι ύψιστη Αρετή είναι η γνώση, διότι αν η αυτογνωσία δεν οδηγεί στην θεογνωσία, τότε δεν είναι ολοκληρωμένη παρά αποτελεί ημιμάθεια, δηλαδή διπλή άγνοια, ώστε να αγνοείς πόσα αγνοείς.

Για να γλιτώσει από αυτό το κενό άνευ νοήματος, ο άνθρωπος συχνά αποδρά ταυτιζόμενος με κάτι υπερατομικό, την ίδια την ελευθερία του να ρωτάει και να απαντά για λογαριασμό του. Στρέφεται σε κάποια αυθεντία ερωτήσεων και απαντήσεων, όπου παραδίδεται για να γλιτώσει την απελπισία της μοναξιάς και της απομόνωσης. Θυσιάζει την εξατομίκευσή του για να διασώσει το νόημα της ζωής και έτσι καταλήγει στο σύνδρομο ενός φανατισμού αυτοβεβαίωσης, που αντιτίθεται σε όποια διαφωνία, απωθώντας ό,τι επηρεάζει την ψευδοϊσορροπία του. Η αδυναμία του φανατικού είναι ότι υποκύπτει στις επιρροές όσων πολεμάει σαν αποστάτες και αιρετικούς.

Ένα ον χρειάζεται την συνείδηση της εμπειρίας του, που εκτυλίσσεται μέσα σε ένα Ον ανενδεές, δηλαδή δίχως ανάγκες, που το γνωρίζουμε από τη σχέση μας μαζί Του, δηλαδή μέσω των σχέσεών μας με τις ποικίλες εκδηλώσεις Του. Κάθε πρόσωπο χρειάζεται τα άλλα για να κατανοηθεί. Αυτή η σχέση μεταξύ τους, είναι ο Λόγος. Ο άνθρωπος δεν είναι συσκευή καταγραφής αλληλοεξαρτώμενων δεδομένων, διότι υπερβαίνει κάθε απαγόρευση να επιθυμεί να γνωρίσει τον εαυτό του. Αναπόφευκτα θα ασχοληθεί με την φύση, τον κόσμο, την Ιστορία και τον Θεό. Μέσα στον πυρήνα της Θεολογίας, υπάρχει το φιλοσοφικό ερώτημα του νοήματος της δομής και της φανέρωσης του Όντος στη ζωή του όντος. Η φιλοσοφία είναι πρωτίστως θεωρητική, ενώ η θεολογία υπαρξιακή. Μόνο η μη δημιουργική φιλοσοφία αποκόπτεται από την υπαρξιακή της βάση, κρατώντας το κέλυφος και όχι την ουσία της. Γίνεται σχολή και συναλλαγή εμπορεύματος και όχι ζωή, τρόπος ζωής. Το ίδιο συνέβη με τον Χριστό και τις εκκλησίες.

Όταν ένα σύστημα ιδεών και αξιών όπως του Χριστιανισμού δεν γίνεται κατανοητό, τότε τα κενά του νοήματος γεννούν αμφιβολίες που δρουν υπονομευτικά. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και όταν αλλάζουν οι συνθήκες ζωής. Η ύπαρξη του ανθρώπου εμπεριέχει τους δεσμούς της με τα νοήματα, διότι αυτά μορφοποιούν την πραγματικότητα. Γι’ αυτό και το βίωμα της Αλήθειας μας ελευθερώνει από όλη αυτήν την αλυσίδα των πραγματικοτήτων που διαμορφώνουμε. Το ένστικτο του θανάτου δεν είναι οντικό αλλά πνευματικό φαινόμενο ατομικό και καθολικό σαν μαζική ψευδαίσθηση, δηλαδή σκεπτομορφικό. Γι’ αυτό και η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού είναι κομβικό σημείο της χριστιανικής πίστης.

Φιλοσοφία είναι η έρευνα περί του Όντος ή τι σημαίνει να λέμε πως κάτι Είναι. Η οντολογία είναι ο πυρήνας κάθε φιλοσοφίας, δηλαδή ο λόγος για το ον και η γνώση περί των αρχών των δομών και της φύσης του. Αν ο Θεός ρωτούσε τον Εαυτό του «γιατί υπάρχω;» τι απάντηση θα έδινε ή μήπως είναι αρμόδιος ο Άνθρωπος να απαντήσει;

Η φιλοσοφική οντολογία παρουσιάζει το Ον ως θεμέλιο και πηγή κάθε ύπαρξης, ως Ουσία όπου προήλθαν όλα τα πεπερασμένα όντα. Είναι η ταυτότητα του απείρου με το πεπερασμένο. Ο Απόλυτος Νους βούλεται και αναγνωρίζει τον Εαυτό του μέσα από τον πεπερασμένο εαυτό νου. Έτσι όμως στερεί το Θεό από τον δημιουργικό του Λόγο, πέφτοντας στην μεταφυσική δυαρχία. Αυτήν βέβαια την διέλυσε ο Παρμενίδης μιλώντας για το αληθές ον.

Μερικοί θεωρούν άχρηστη τη φιλοσοφία, διότι κατέχουμε όλη την Αλήθεια εξ αποκαλύψεως στο Χριστιανισμό, αλλά ξεχνούν ότι όλοι οι όροι που χρησιμοποιούν ορίστηκαν από την φιλοσοφία. Ομοίως, ενώ η Ελληνική γλώσσα δάνεισε εκατομμύρια λέξεις σε χιλιάδες γλώσσες, τείνει να καταργηθεί από τα σύγχρονα manual. Ο άνθρωπος μπορεί να θέσει τα ερωτήματα για το Ον στο οποίο ανήκει, ενώ είναι ένα μείγμα από Είναι και Μηδέν. Το Ον δεν είναι πεπερασμένο όπως το ον και δεν κάνει ερωτήσεις, είναι το ίδιο το ερώτημα το αντικείμενο του έρωτα του Ανθρώπου, δηλαδή το Θείο. Η σχέση λόγου μεταξύ προσώπων είναι ταυτοχρόνως σχέση Λόγου. Στην οντολογική έννοια του όντος αντιφάσκει η αμοιβαιότητα Θεού και Ανθρώπου. Πώς σχετίζεται το Ον με το επιμέρους ον; Μπορεί το ον να επηρεάσει το Ον μέσα και από το οποίο ζει; Η απάντηση βρίσκεται στο «Αγαπάτε Αλλήλους». Τα πεπερασμένα όντα λαμβάνουν ύπαρξη δια του λόγου της Θέλησης του Θεού και όχι της Ουσίας του αυτής καθ’ αυτής. Αυτό σημαίνει δημιουργία εκ του μηδενός.

Αρετή είναι η δύναμη να ενεργείς αποκλειστικά σύμφωνα με την αληθινή σου ουσία, δηλαδή να βεβαιώνεις ότι κατευθύνεσαι εκ του Λόγου και η ευψυχία είναι το αποτέλεσμα αυτής της επιθυμίας. Το θάρρος να κοιτάς την άβυσσο του μη όντος το έχει μόνο το Αληθές ον που είναι ενωμένο με το Λόγο. Το Αληθές ον αγκαλιάζει το Μη ον όπως η τελειότητα την ατέλεια. Το θάρρος μπορεί να αναλάβει το φόβο που προέρχεται από ένα αντικείμενο, διότι αυτό έχει πάντα μια πλευρά που μετέχει σε εμάς και εμείς σε αυτό. Στο βαθμό που υπάρχει ένα αντικείμενο φόβου η αγάπη τον υπερνικά, γιατί δεν είναι ένα συναίσθημα αλλά η Αρχή κάθε ύπαρξης. Η αγωνία δεν έχει αντικείμενο ούτε το άγνωστο αλλά την ανυπαρξία το μη ον. Αγωνία και φόβος είναι το ζεύγος της υπαρξιακής άρνησης. Είναι το αίσθημα της ανικανότητας να αντιμετωπίσεις την απειλή μιας κατάστασης, όπου ο φόβος παύει να έχει αντικείμενο διότι καταλαμβάνει το υποκείμενο, δηλαδή το εγώ.

Η νύχτα της ψυχής είναι η πιο τρομαχτική πνευματική κατάσταση, όπου πατάς στο χάος χωρίς καμία εγγύηση για το αποτέλεσμα, είναι μια περιδίνηση αντίστροφη από αυτήν του Λόγου που ενεργοποιεί εξύψωση. Είναι το βίωμα της ανυπαρξίας του μη όντος όταν το ον καλείται να το αγκαλιάσει. Το μη ον εξαρτάται από το ον, που ως κατάφαση προηγείται οντολογικά και αποτελεί την άρνηση της αρχέγονης νύκτας του μηδενός. Το κάτι έδωσε την έννοια του τίποτα. Το μη ον αποκτά ιδιότητες και ποιότητες σε σχέση με το ον. Έτσι ανιχνεύουμε τις ποιότητες της αγωνίας που καθορίζονται από τις ποιότητες της αυτοεπιβεβαίωσης. Η αγωνία είναι υπαρξιακή διότι ανήκει στην ύπαρξη και όχι μια ανωμαλία της συνείδησης όπως στη νευρωτική ψυχωτική αγωνία.

Η υπαρξιακή αγωνία έλλειψης νοήματος οδηγεί στην τάση πίσω στις ρίζες και την παράδοση ή την αυθεντία. Αν δεν πιαστεί από αυτό το σωσίβιο ο άνθρωπος, τότε παραμένει ουσιαστικά αποξενωμένος από τον εαυτό του και την κοινωνία. Όταν δεν έχουμε το θάρρος να υπάρχουμε, κατεχόμαστε από υπαρξιακή αγωνία οντολογικού χαρακτήρα που γίνεται παθολογική ως συνέπεια της αποτυχίας να υπάρχουμε ολοκληρωμένα. Έτσι καταλήγουμε σε μια περιορισμένη αμετακίνητη αυτοκατάφαση φαντασιακή που την υπερασπιζόμαστε βίαια και φανατικά. Φοβόμαστε αυτά που δεν θα έπρεπε και αισθανόμαστε ασφαλείς εκεί που δεν θα έπρεπε. Ζούμε με υποκατάστατα ζωής ή νοημάτων ζωής. Είναι το εγώ που ταυτίζεται με θνησιγενή αντικείμενα, περιορίζοντας την ζωή και την ύπαρξη. Όταν αποκατασταθεί ο άνθρωπος από αυτά και ταυτιστεί ως ατομικότητα ψυχής με άλλα ιδεατά και πάλι θα νοιώσει ανολοκλήρωτος μέχρι να φτάσει ως Μοναδικότητα πλέον, ως πνεύμα να θελήσει να ταυτιστεί υπαρξιακά με την Αγάπη. Το να βρει το θάρρος να υπάρχει ως αγάπη, ενεργοποιεί την ταύτισή του με το Θείο και τότε θα πρέπει να αναθεωρήσει για τις αποστάσεις που έθεσε μεταξύ τους.

γ) Το μη ον απειλεί την ηθική αυτοκατάφαση του ανθρώπου σχετικά με τη μορφή της ενοχής και της καταδίκης.

Η ύπαρξη του ανθρώπου έχει την υπευθυνότητα να απαντήσει τι έκανε, όταν την ρωτήσει ο εαυτός της. Η αγωνία της ενοχής και της καταδίκης οδηγεί στην ηθική αυτοαπόρριψη και την τιμωρία ότι χάσαμε το πεπρωμένο μας. Τότε ή θα περιφρονήσουμε την απόφαση της καταδίκης ή θα εντείνουμε την ηθική αυστηρότητα για να αυτοϊκανοποιηθούμε.

Όλα αυτά είναι σύγχρονα σύνδρομα του ατομικού και παγκόσμιου όντος του ανθρώπου, μια τρομαχτική πανδημία ενδοσυγκρούσεων, που δημιουργεί έξαρση στο φαινόμενο του διπολισμού. Είναι το αποτέλεσμα της σύγκρουσης της υλικής και πνευματικής προσωπικότητας, όπου θυσιάζεται η ψυχή, η συνείδηση και ο ανώτερος νους. Η πανδημία του ιού δημιουργήθηκε ως βολικό υποκατάστατο, ώστε να παραμένει η συνείδηση στην επιφάνεια των πραγμάτων και να μην φτάσει βαθύτερα. Οι σχεδιαστές του πειράματος πριν μια δεκαετία, κουκούλωσαν πάλι το αξιακό πρόβλημα της ανθρώπινης κοινωνίας με το ένδυμα της οικονομικής κρίσης.

Η οντολογική αρχή έχει πολικό χαρακτήρα διότι το Ον έχει πολική δομή, δηλαδή το ατομικό ανθρώπινο εγώ (ον) και ο κόσμος. Αν μιλάμε για συλλογικό ον όπως τον Έλληνα, το πολικό του είναι Ελλάδα. Δηλαδή δεν μπορεί κάποιος να ισχυρίζεται ότι αγαπάει όλο τον κόσμο κι όλους τους λαούς και να μην αγαπάει την πατρίδα του, που αποτελεί βασικό πόλο της ύπαρξής του. Τα πρώτα πολικά στοιχεία είναι η εξατομίκευση και η συμμετοχή. Ακόμα και η θεολογική ηθική αγανάκτηση για την εμφάνιση της λέξης ΕΓΩ, δεν θα υπήρχε χωρίς την οντολογική αυτοκατάφαση του εγώ. Το εγώ προηγείται από κάθε μεταφυσικό ηθικό η θρησκευτικό ορισμό του εγώ που είναι εξατομικευμένο, μοναδικό, ελεύθερο και αυτοκαθοριζόμενο, επικεντρωμένο στον εαυτό του. Μπορεί να καταστραφεί αλλά όχι να διαιρεθεί ή να αντικατασταθεί. Γι’ αυτό λέμε «βρες το θάρρος να είσαι ο εαυτός σου». Αυτό δηλώνει εξατομίκευση. Στην συμμετοχή υπάρχει εν μέρει ταύτιση με την δύναμη της ύπαρξης του κόσμου ή ενός κράτους ή μιας ομάδας. Το θάρρος του υπάρχειν ως μέρος μπορεί να αποχωρίζεται από την ενότητα του θάρρους της ύπαρξης.

Το Μηδέν διανοίγει το μυστήριο του Όντος ενεργοποιώντας δημιουργικότητα. Εκείνοι που δεν μπορούν να αναλάβουν με θάρρος την διαχείριση της υπαρξιακής τους αγωνίας, καταφεύγουν σε ένα υποκατάστατο την νεύρωση. Είναι η διατήρηση της αυτοεπιβεβαίωσης, αλλά υπό περιορισμούς ενός μειωμένου εγώ. Ψάχνουμε την επιβεβαίωση έξω από εμάς και εξαρτώμεθα από τις γνώμες των άλλων. Δεν έχουμε αυτάρκεια, ούτε ανεξαρτησία και ελευθερία.

Νεύρωση είναι η αποφυγή του μη όντος με την αποφυγή του όντος. Η παράδοση μέρους των δυνατοτήτων μας για να σώσουμε κάτι από τον εαυτό μας. Έτσι εξηγούνται και οι αμφιθυμίες του νευρωτικού χαρακτήρα που είναι ευαίσθητος στην απειλή του μηδενός. Αυτό αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό της υλικής συνείδησης, που αδυνατεί να δεχθεί την αθανασία της ψυχής αφού κατά κανόνα δεν δέχεται ούτε την ύπαρξή της. Αδυνατεί να βιώσει την αληθινή Αγάπη, διότι την τοποθετεί ως συναίσθημα και τον έρωτα θέμα ορμονών και βιοχημείας.

Η περιορισμένη αυτοεπιβεβαίωση που αποφεύγει την πραγματικότητα και την αντιμετώπιση της αγωνίας, ενεργοποιεί μια έντονη δημιουργικότητα με νοσηρό όμως χαρακτήρα, όπως η εργασιομανία και ο αυτοκαταναγκασμός ή ο ψυχολογικός μαζοχισμός. Ο ψυχοσωματικός χαρακτήρας πολλών ασθενειών, δημιουργεί την ιδέα ότι αποτελεί καθολικό νόμο. Η νευρωτική προσωπικότητα είναι ο κανόνας της πλειονότητας που έχει δημιουργήσει ένα κάστρο και το υπερασπίζεται με όλα τα μέσα, αποκρούοντας τις επιθέσεις της πραγματικότητας ή του ψυχοπνευματικού αναλυτή. Όταν αυτή η μη ρεαλιστική αυτοκατάφαση καταρρέει, τότε πέφτει σε μια καλύτερη αμυντικά νεύρωση, για να αποφύγει μια μεγαλύτερη ή βαθύτερη ή πιο μακρόχρονη απελπισία.

Οι υγιείς είναι οι λιγότεροι στην εποχή μας και εκπροσωπούνται από τον μέσο άνθρωπο που απέχει από ακραίες καταστάσεις, αντιμετωπίζοντας με θάρρος κάθε συγκεκριμένο αντικείμενο φόβου. Συνήθως δεν αντιλαμβάνεται το μηδέν και το μη ον την αγωνία στα μύχια της προσωπικότητάς του. Είναι πιο προσαρμοστικός στις καταστάσεις αλλά δεν ακολουθεί τους εντατικούς ρυθμούς της δημιουργικότητας του νευρωτικού. Η αγωνία δεν τον οδηγεί στην κατασκευή φανταστικών κόσμων, όπως κάνει ο νευρωτικός που συγκρούεται με την πραγματικότητα και τραυματίζεται όταν αυτή διεισδύει στο κάστρο του φανταστικού του κόσμου.

Στις κρίσιμες Ιστορικές περιόδους όπως η σύγχρονη, η αυτοεπιβεβαίωση του μέσου ανθρώπου γίνεται νευρωτική, επειδή αλλάζει η πραγματικότητα στην οποία έχει προσαρμοστεί, επηρεάζοντας την ισχύ του θάρρους, ώστε να νομίζει ότι το αντικείμενο του φόβου μεγάλωσε. Είναι μια ψυχονοητική ψευδαίσθηση. Το σκοτεινό άγνωστο, αύριο μπορεί να τον μετατρέψει σε φανατικό υποστηρικτή της κατεστημένης τάξης. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που η σύγχρονη νεολαία, φαίνεται πιο συντηρητική από τις προηγούμενες γενιές που είχαν μια έντονη επαναστατικότητα. Μην ξεχνάμε όμως ότι οι γιάπις του χρηματιστηρίου και της εργασιομανίας προήλθαν από τους χίπις. Βρισκόμαστε σε ένα τέλος εποχής, όπου η παθολογική νευρωτική αγωνία συναγωνίζεται την υπαρξιακή, δημιουργώντας το πιο ισχυρό ψυχολογικό ρεύμα που επηρεάζει όλα τα άλλα για τα οποία μιλάνε συνήθως τα μέσα ενημέρωσης.

Όταν διδάσκεις το θάρρος σε έναν νευρωτικό, θα καταλήξει να το αποφύγει όπως και την πραγματικότητα. Αυτή είναι η αιτία που στην εποχή μας οι θαρραλέοι, αντιμετωπίζονται ως επικίνδυνοι και προς αποφυγή. Ο τεχνολογικός πολιτισμός παρέχει ένα αίσθημα ασφάλειας από τα χτυπήματα της μοίρας ή του θανάτου, αν και όλοι κατά βάθος έχουν την επίγνωση ότι αυτό δεν είναι ούτε εξασφαλισμένο ούτε σίγουρο. Η παθολογική αγωνία για την μοίρα και τον θάνατο εξωθεί στην ασφάλεια μιας φυλακής και γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο που οι άνθρωποι μετατρέπουν τις διαφόρων ειδών σχέσεις τους σε φυλακές. Οι περιορισμοί αυτοί όμως δεν στηρίζονται στην πλήρη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας, διότι η σύγχρονη γνώση διανέμεται αποσπασματικά και ρηχά ενώ η αδυναμία συγκέντρωσης αυξάνεται. Έτσι τελικά η ασφάλεια του νευρωτικού σύγχρονου ανθρώπου δεν είναι ρεαλιστική. Μοιάζει με την ασφάλεια ενός εμβολιασμένου, που συνεχίζει να φοβάται τους μη εμβολιασμένους, φτάνοντας στο σημείο μάλιστα να τους επιβάλλει βιαίως την δική του επιλογή.

Αυτή η φασίζουσα νοοτροπία υφαίνεται παράλληλα με την νέα κανονικότητα που διαμορφώνεται ταχύτατα, ώστε να αποκοπούμε από την παλιά. Ένας δήθεν εκσυγχρονισμός μας οδήγησε σε ένα μεσαιωνικό καθεστώς απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής και ύπαρξης. Η ανθρωπότητα δείχνει να υποκύπτει στην υποταγή σε μια παγκόσμια αρχή που την σώζει από έναν ιό που η ίδια δημιούργησε και διέσπειρε, ώστε να έρθει σαν μεσσίας να της προσφέρει ένα εμβόλιο ως «παγκόσμιο αγαθό». Αν αυτό δεν είναι επαρκώς δοκιμασμένο, αν και έχει διαπιστωμένα παρενέργειες θανάσιμες πολύ συχνά ή αν υποκρύπτει ένα τσιπάκι ελέγχου που μπορεί να μεταλλάσσει το DNA, αυτό μπαίνει πίσω από την κουρτίνα και απαγορεύεται να προβληθεί από τα ΜΜΕ. Αυτή η λογοκρισία και η απόκρυψη, η διαστρέβλωση των γεγονότων συμβαίνει πρώτα εσωτερικά. Από το άτομο στην συλλογικότητα που τελικά επιβάλλεται ως καθολική πραγματικότητα, ακόμα και σε αυτούς που δεν θέλησαν να συμβεί. Η ηθικιστική αυτοάμυνα της νευρωτικής Ανθρωπότητας, την κάνουν να βλέπει ενοχή εκεί που δεν υπάρχει, ώστε να αποφύγει τη συνειδητοποίηση της πραγματικής ενοχής και αυτοκαταδίκης, την υπαρξιακή αποξένωση του ανθρώπου.

Η Ιατρική και η θρησκεία με αιχμή του δόρατος την ψυχολογία και την θεολογία, συναγωνίζονται να δώσουν θεραπείες και λύσεις. Εδώ και μισό αιώνα αναγκάστηκαν να συνεργαστούν, δίνοντας έναυσμα και σε άλλους κλάδους να κάνουν το ίδιο για άλλα ζητήματα. Η ψυχολογία και η θεολογία ανατρέχουν αναγκαστικά πλέον στην φιλοσοφία, που επιστρέφει δριμύτερη επηρεάζοντας την Ιατρική και την θρησκεία, που απαξίωσαν τις ρίζες τους στην πρωτογενή φιλοσοφία. Αυτή είναι η ευθύνη της σύγχρονης Θεολογίας που ασφυκτιά στο υπαρξιακό αδιέξοδο που κατέληξε επειδή απεμπόλησε τον πυρήνα της Ελληνικής φιλοσοφίας για να ενδυθεί την νεώτερη δυτική.

Ο Ελληνισμός χαρακτηρίζεται από την Εκκλησία του Δήμου το κοινοτικό κύτταρο. Ένα μπουκέτο ψυχών είναι λιγότερο εκτεθειμένο από ένα μοναχικό λουλούδι που δεν βιώνει την κοινοτική εμπειρία. Η συνάντηση με άλλα πρόσωπα σε μια κοινότητα είναι η συνθήκη για να διαμορφωθεί και να παραμένει το πρόσωπο. Χωρίς γλώσσα δεν υπάρχουν καθολικές έννοιες και χωρίς αυτές δεν υπάρχει υπέρβαση στη φύση ή συσχετισμός μαζί της. Η γλώσσα είναι κοινοτική όχι ατομική και το εγώ συμμετέχει σε αυτήν. Ο ατομικός εαυτός μας έχει αυτοεπιβεβαίωση ως φορέας του Λόγου ως μεταμορφωτική πραγματικότητα και τολμάει να αντιμετωπίσει τη μοίρα και το θάνατο, το κενό του νοήματος, την ενοχή και την καταδίκη. Παραδέχεται τα λάθη στην ατομική και κοινωνική ζωή και τα υπερβαίνει με την παιδεία.

Το κοινωνικό ον κινδυνεύει από την εκμετάλλευση και σώζεται όταν αυτή δεν υφίσταται. Το πολιτικό ον κινδυνεύει από τον εξοβελισμό του από τον χώρο των αποφάσεων και σώζεται όταν ανακτά το δικαίωμα της μετοχής του. Εκτός από το ιστορικό έχουμε και το ανιστορικό ον. Το αισθητικό που σώζεται από την ακαλαισθησία μέσω Τέχνης και το γνωστικό ον που σώζεται από την απαιδευσιά μέσω Παιδείας. Το φυσικό βιολογικό ον σώζεται από την έλλειψη μέσων με οικονομικές παροχές, ενώ το αισθησιακό σώζεται από την στέρηση ηδονής μέσω της ευδαιμονίας. Το μεταφυσικό επιγνωστικό ον σώζεται από την αγνωσία μέσω γνώσης, ενώ το πρόσωπο ψυχή σώζεται από το θάνατο με την Ανάσταση. Όλες οι σωτηρίες είναι πεπερασμένες για τον χριστιανό που σώζεται από το θάνατο. Ωστόσο οι άνθρωποι προτιμούν τις πεπερασμένες σωτηρίες και όχι την ακραία θέση των Ευαγγελίων.

Η αυτοκατάφαση γίνεται αυτεπίγνωση της παραδοχής μέσω ενδοσκόπησης και προσευχής, μετοχής σε μυστήρια και τότε αγκαλιάζει το μεταφυσικό ή δαιμονικό βάθος της ύπαρξης, νικώντας με υπέρβαση το κοσμικό κακό που έχει δομές και χωρόχρονο ως σκεπτομορφή. Αυτό δεν το άγγιξε ούτε ο ρομαντισμός, ούτε ο μποεμισμός, ούτε ο νατουραλισμός ή ο υπαρξισμός. Αυτό οφείλεται όχι μόνο στην Δυτική ιδιοσυγκρασία αλλά και στο υπόβαθρο της Δυτικής σχολαστικής θεολογίας και της σύγχρονης ψυχολογίας του βάθους. Ρίζα τους η Ορφικοπυθαγόρεια και Πλατωνική θεώρηση του χωρισμού της ψυχής από την εστία της στη σφαίρα των καθαρών ουσιών. Η ύπαρξη του ανθρώπου στην υλική φύση του κόσμου, αντιφάσκει προς την ουσιώδη συμμετοχή του στην Ουράνια φύση στον Αιώνιο κόσμο των Ιδεών.

Το θάρρος του να υπάρχω, η αυτοκατάφαση του εγώ ως ατόμου που αναγνωρίζει την μεταμόρφωσή του σε Μονάδα, ποτέ δεν χωρίζεται από τον άλλο πόλο του τον κόσμο όπως κάνει ο ατομικισμός, αλλά βρίσκει το Θεό εντός του ως Ενοποιό Αρχή. Είναι ο μόνος δρόμος που υπερβαίνει το ατομικό εγώ και τον κόσμο. Η αυτοπαραδοχή και η αυτεπίγνωση της Αυτογνωσίας ενεργοποιεί μια σειρά από Τριαδικές λειτουργίες εσωτερικές και εξωτερικές, ώστε να πληρώνεται ακέραια η αγάπη προς τον εαυτό, τον πλησίον και το Θεό. Στο «Αγαπάτε Αλλήλους» υπάρχει όμως και η Ιδέα του Ανθρώπου, του Κόσμου και του Θεού. Η υπέρβαση της μοναξιάς και ο κίνδυνος της απώλειας του κόσμου, παύουν να αποτελούν άλυτα προβλήματα για τον σύγχρονο άνθρωπο. Γνωρίζουμε την ύπαρξή μας στο βαθμό που μετέχουμε με όλο μας τον εαυτό στη παρατήρηση και την απόσπασή μας από την πραγματικότητά της. Το ολοκληρωμένο βίωμα της Αλήθειας που όχι μόνο δεν λησμονιέται αλλά καθίσταται επίγνωση αμετάβλητη, απαιτεί βαθιά εσωτερική μελέτη του κόσμου των Ιδεών και μια καθημερινή μεγαλειώδη δράση, ασύλληπτη και απίστευτη, ακόμα και για εμάς τους ίδιους που την εκδηλώνουμε. Είναι ο Λόγος που δρα μέσω υμών και πάντα προπορεύεται και μας ξεπερνά μόνιμα και αδιάλειπτα, αλλά μας επιτρέπει να βιώσουμε τη ροή Του μέσα στο απερίγραπτο και το ανέκφραστο.

Στον Πατέρα ενυπάρχει μια Τριάδα:

Η Θεία Βουλή της Αγαθότητας της Θείας Πρόνοιας

Στον Υιό ενυπάρχουν δύο Τριάδες:

Η Δύναμη της Αγάπης και της Σοφίας

Η Ενότητα της Αρμονίας της Θείας Ουδετερότητας

Στο Άγιο Πνεύμα ενυπάρχουν τέσσερις Τριάδες:

Η Θεία Δημιουργικότητα της Συντήρησης και Διάλυσης

Η Θεία Ουσία της Ζωής και η Μορφή

Η Θεία Γνώση της Αλήθειας και της Ελευθερίας

Η Θεία Δικαιοσύνη της Ειρήνης και της Ισορροπίας

Μαζί με την Αγία Τριάδα έχουμε οκτώ Τριάδες στο Θείο Κόσμο.

Στον Ουράνιο Κόσμο του Όντος διακρίνουμε τέσσερις Τριαδικές Ακτίνες των Αρχέτυπων Ιδεών ολοκληρώνοντας δώδεκα Θείες:

Μονάδα-Άτομο-Πρόσωπο

Μοναδικότητα-Ατομικότητα-Προσωπικότητα

Συνείδηση-Μνημοσύνη-Νοημοσύνη

Ταυτότητα-Σκοπός-Τρόπος

Αν παρομοιάσουμε αυτές τις Ακτίνες με τον Ήλιο, τότε στο κέντρο τους είναι ο Θεός, ο Ων, ο Ην και ο Ερχόμενος και στην περιφέρειά της ο Άνθρωπος. Η μεταξύ τους σχέση είναι ο Λόγος, η Ενοποιός Αρχή ο προγραμματιστής όλης της Νομοτέλειας, που εστία έχει το Ασύλληπτο, το Άρρητο και την Πρωταρχική θεία ενεργοποίηση προ του Νου, δηλαδή την Θεία Πρόνοια στην οποία ενυπάρχει ο Πρωταρχικός Νόμος της εξέλιξης.

Στον υλικό κόσμο διακρίνουμε την αντανάκλαση των 12 Τριαδικών Ακτίνων:

Την Ανδρεία ως Ισχύ στην Πνευματική ύπαρξη με Βούληση Κατεύθυνσης στην Αγάπη

Την Τόλμη ως Δυναμικό στην Ψυχική ύπαρξη με Θέληση Δράσης και Πίστης

Το Θάρρος ως Αντοχή στην Φυσική ύπαρξη με Επιθυμία Ρώμης και Ελπίδας

Το κλειδί για αυτά όμως είναι:

Μετάνοια-Προσφορά-Προσευχή

Αυτοσεβασμός- Αυτοεκτίμηση- Αυτογνωσία

Οραματισμός- Σχεδιασμός- Φαντασία

Λογική- Φρόνηση- Σωφροσύνη

Εκπαίδευση- Μόρφωση- Παιδεία

Αγχίνοια- Ευθυκρισία- Διάκριση

Η πορεία αυτή είναι μια πορεία τόλμης ανάμεσα στην ανάγκη και το όραμα, ένα μονοπάτι θάρρους ανάμεσα στη δειλία και την αποκοτιά. Ένας δρόμος ανδρείας ανάμεσα στην γέννηση και τον θάνατο. Είναι η διαδρομή μιας ζωής, που περιλαμβάνει το Άμορφο και τη Μορφή, το Άχωρο και Άχρονο όπως και το χωροχρονικό. Είναι η ζωή του Ανθρώπου μέσα στο Θείο και το Θείο που ζει μέσα στον άνθρωπο. Όλα μοιάζουν να εξαρτώνται από το θάρρος της ύπαρξης, το θάρρος να υπάρχουμε με την έννοια να είμαστε ο εαυτός μας, διακρίνοντας το ον από το μη ον. Να δρούμε υπέρ Αξιών και Αρχών προς άνοδο και εξέλιξη, ώσπου το Εγώ μέσα από το Είναι να οδηγηθεί στο Εγώ Ειμί.

Το ηθικό ερώτημα για την φύση του θάρρους οδηγεί στο οντολογικό ερώτημα για τη φύση του όντος. Προϋπόθεση για να κατανοήσουμε το θάρρος, είναι η κατανόηση του ανθρώπου και των αξιών του όπως και του κόσμου και των δομών του καταδεικνύοντας Ανδρεία, ανοδική τάση ροής, δηλαδή διεύθυνση.

Η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού είναι γεγονός, που συμβαίνει εδώ και τώρα, εν στιγμή χρόνου, όπως και η Ανάσταση η πνευματική μας ως ζώσα βιωματική κατάσταση Αλήθειας, έξω από το χωρόχρονο της υλικής συνείδησης. Εκεί βρίσκονται ακόμα οι κατ’ όνομα χριστιανοί, που αλληλοεξοντώνονται σε πολέμους, θεωρώντας όλους τους αλλόθρησκους καταδικασμένους εκτός σωτηρίας, ενώ περιμένουν ένα Χριστό στα σύννεφα για να τους ξανασώσει, ανασταίνοντας τα κουφάρια τους μέσα από τους τάφους των νεκροταφείων. Η χαρά της ζωής και το χαρμόσυνο Μήνυμα της Αγγελίας του Χριστού συνεχίζει να πνίγεται σε μια τυπολατρία που έχασε το νόημα, τυλιγμένη σε μαύρα πένθιμα ράσα, τάματα, λιτανείες και τιμολογημένα μυστήρια. Η υποκρισία και η αχαριστία σταυρώνει το Χριστό κάθε μέρα, εδώ και 2000 χρόνια.

Η παγκόσμια πείνα, ο πόλεμος και το θανατικό είναι οι 3 Άγγελοι της Αποκάλυψης, που ακολουθούν τον πρώτο της επιδημίας. Όταν αυτά τα υποκατάστατα χάσουν την ισχύ τους, η Πανανθρώπινη συνείδηση θα κρίνει τον εαυτό της πριν βιώσει την εν στιγμή χρόνου Δευτέρα Παρουσία του Χριστού μέσα της. Τότε το Χριστοποιούμενο Ον της Ανθρωπότητας θα αρπαχθεί στους Ουρανούς ως Ένα με τον Χριστό. Θα φανερωθεί μέσα στον αιθέρα των νεφελωμάτων μετά Δόξης και Ουράνιων Δυνάμεων αναγεννώντας τα πάντα πάνω στη γη.

 Ο Εσωτερικός Χριστιανισμός είναι τρόπος ύπαρξης σκέπτεσθαι και ζωής, που βασίζεται στην πρωταρχική γνήσια Διδασκαλία του Χριστού πριν μετατραπεί σε δογματική θρησκεία του κατεστημένου των ιερατείων. Η Χριστιανική θρησκεία που επικράτησε, είναι το εξωτερικό τυπολατρικό μέρος, που στο βωμό της εξουσίας θυσίασε το ουσιαστικό εσωτερικό νόημα. Ο Εσωτερικός Χριστιανισμός προάγει την ορθή χρήση της ελευθερίας του λόγου, με εφαρμογή της Θείας Νομοτέλειας και τον συντονισμό του με τον Ζώντα Λόγο, τον Θείο, τον Δημιουργικό. Η εκδήλωση του Θείου Λόγου από το στόμα των ανθρώπων, έρχεται να καταλύσει τα όρια που έθεσε η θεολογία στην απόσταση της Θείας και της Ανθρώπινης Ουσίας. Από την μια υπάρχει ο κίνδυνος της εωσφορικής πλάνης της αυτοθέωσης και από την άλλη η εντολή του Χριστού «να γίνετε Τέλειοι όπως ο εν τοις Ουρανοίς Πατήρ». Η διάσωση του προσώπου από το μηδέν είναι πάντα η προτεραιότητα, όλα τα άλλα έπονται. Ο άνθρωπος είναι απαραίτητο να θυσιάσει την μερικότητά του για να γνωρίσει την Ολότητά του και να αναδυθεί ως Ιερό πρόσωπο που δεν χάνεται σαν σταγόνα στον ωκεανό επιστρέφοντας στον Θεό, όπως λέει ο Ινδουισμός και κατά κάποιο τρόπο και ο Βουδισμός. Η Χριστοποίηση και Θέωση του Ανθρώπου είναι η σωτηρία του Ιερού προσώπου που επιστρέφει από τα πολλά στο Εν ως μπουκέτο ψυχών μιας Μονάδας προς το Θείο Εν.

Η ατομική επιλογή μας είναι ταυτόχρονα και καθολική. Μετέχουμε και στην χρονική και στην Αιώνια τάξη. Το θάρρος στην ζωή μας δεν αντλείται από την θεωρία της αθανασίας της ψυχής, αλλά από την επίγνωση της υπερχρονικής Ουσίας μας. Είναι η πίστη που γεφυρώνει το χάσμα. Δεν είναι μια γνώμη αλλά μια κατάσταση του ατομικού εγώ, που βρίσκεται στην αγκαλιά του Αληθούς Εαυτού μας μέσα στο Ον. Αυτή η πίστη σβήνει την αγωνία της ανυπαρξίας και του μη όντος. Η ζωή μας είναι το πεδίο άσκησης διαχείρισης της ελεύθερης βούλησής μας και ο Θεός μάς γνωρίζει μέσα από την αυτόβουλη προσωπική σχέση που αναπτύσσουμε μαζί Του. Η Ιστορία δεν είναι ένα παιχνίδι, αλλά εντάσσεται στην Θεία Οικονομία, που κορυφώνει την φανέρωσή της με την ενανθρώπιση του Λόγου.

Η ελευθερία του προσώπου είναι η εκδήλωση της ουσίας του σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα, αλλιώς είναι η αυτοϋποδούλωση στη μοίρα ενός νάρκισσου, που αυτοεπιβεβαιώνεται πνευματικά. Το γίγνεσθαι αποδεικνύει την ύπαρξη του είναι, αλλά εάν δεν γίνει πράξη δεν αλλάζει το εγώ και γι’ αυτό ο Ιωάννης Δαμασκηνός έλεγε ότι: «όποιος μιλάει μόνο για Αγάπη, χωρίς να την πράττει, αγαπάει όπως ο Εωσφόρος». Οι λανθασμένες ιδέες και επιλογές οδηγούν την αποστολή μας σε αποτυχία και ένα αίσθημα ματαιότητας ή στην συντήρηση των ψευδαισθήσεων, ότι κάτι κάναμε. Η αμαρτία είναι η αποτυχία μίας ανιδιοτελούς ύπαρξης, ενός προσώπου που δεν ολοκληρώθηκε ούτε ως προσωπικότητα, αλλά ούτε ως ατομικότητα και μοναδικότητα.

Ο στωικός που υπερνικά την αγωνία του θανάτου με το Σωκρατικό θάρρος της γνώσης και της σοφίας, όσο και ο χριστιανός που νικάει την αγωνία της ενοχής με την συγχώρεση, καταπίνονται από το μηδέν μπροστά στην απελπισία της αμφιβολίας και της έλλειψης νοήματος. Το κλειδί της ενσυνείδητης πίστης είναι χρήσιμο, όταν βρίσκεται κυριολεκτικά μέσα στην κλειδαριά της απελπισίας. Όταν ανοίγει ελευθερώνεται η αιχμαλωτισμένη ελπίδα. Αν είναι η αγάπη που ξεκλειδώνει την κλειδαριά τότε ελευθερωνόμαστε, αν όμως είναι η συναισθηματική αγάπη και η τυφλή πίστη τότε εγκλωβιζόμαστε μεταξύ του φόβου και της σκιάς της αληθινής ελπίδας. Αυτό είναι το νόημα στα λόγια του Ν. Καζαντζάκη «δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος». Διαφορετικά χανόμαστε στην άβυσσο της πίστης μας, στην απελπισία που ήδη μας κατέχει. Όταν παραδεχόμαστε ότι λησμονήσαμε το νόημα της ζωής, κάνουμε μια πράξη με νόημα. Εδώ υπάρχει το μυστήριο της εξομολόγησης και της μετάνοιας ως σωτήριος δρόμος που οδηγεί από τη λύπη στην Αλήθεια.

Η απόλυτη πίστη είναι απόλυτη Θεία γνώση και σοφία δηλαδή Θεία δωρεά. Έχει την εμπειρία της δύναμης του Όντος, που υπερβαίνει αυτήν του μη όντος και την αλληλεξάρτηση του νοήματός τους, διότι η απελπισία δεν νοείται χωρίς την ύπαρξη που την βιώνει. Είναι η αποδοχή της άρνησης, όπου το Ον ενεργοποιεί την επίγνωση ότι το μη ον υπάρχει ένεκα του Όντος. Ωστόσο η άρνηση της άρνησης είναι ο δρόμος για να φτάσουμε εκεί όπως έλεγε ο Χριστός «πρέπει να χάσεις την ψυχή σου για να την κερδίσεις», να αποχωριστείς «να μισήσεις τον εαυτό σου για να τον βρεις». Είναι το μη ον που γίνεται ο Λόγος πλάνη που μας σπρώχνει να γνωρίσουμε το Ον και το Λόγο Αλήθεια. Το θάρρος να υπάρχεις, εδραιώνεται στο Θεό που εμφανίζεται όταν ο Θεός που εννοούσαμε προηγουμένως, αφανιστεί μέσα στην αγωνία της αμφιβολίας.

Η πίστη είναι ευεργετική κατάσταση ολόκληρης της προσωπικότητας όπου συμμετέχει η βούληση, η γνώση και η συγκίνηση. Είναι αυτοπαράδοση υπακοής και συναίνεσης. Είναι η πιο προσωπική πράξη του προσώπου, είναι η μέριμνα για το έσχατο που καθορίζει όλες τις άλλες. Δεν είναι αποτέλεσμα επιβολής ή θέλησης, αλλά το Θείο Πνεύμα που μας αφαρπάζει και εργάζεται μέσα από το δικό μας πνεύμα. Η διανοητική προσπάθεια δεν φτάνει την έσχατη αλήθεια, ούτε η ηθική προσπάθεια φτάνει στο έσχατο αγαθό, μόνο βαθαίνει την αποξένωση από τον Θεό. Αυτή είναι η ουσία της αμαρτίας, η απιστία, είναι η φυγή από τον Θεό, η εξέγερση εναντίον του. Είναι η ανύψωση των στοιχειωδών μεριμνών στο επίπεδο της έσχατης μέριμνας, όπως κάνει το μικροαστικό σκέπτεσθαι. Γι’ αυτό και στην αληθινή προσευχή προς τον Θεό, είναι ο Θεός που προσεύχεται μέσα από εμάς. Το νόημα του Όντος εκδηλώνεται στο λόγο του όντος και γι’ αυτό απαιτεί μια πανανθρώπινη αναθεώρηση στην καθημερινή του χρήση. Ο Λόγος οδηγεί στην ύπαρξη και της αποκαλύπτεται, η έννοια του όντος οδηγεί στο Θεό και το νόημα της ύπαρξης στο Χριστό, το νόημα της ζωής στο Πνεύμα και το νόημα της Ιστορίας στη Βασιλεία του Θεού.

Ο Θεός είναι Πρόσωπο και ταυτόχρονα η άρνησή του ως Πρόσωπο. Η πίστη εμπεριέχει τον εαυτό της και την αμφιβολία για τον εαυτό της. Το Ον είναι ταυτόχρονα υποκείμενο και αντικείμενο. Ο έλλογος λόγος του όντος συλλαμβάνει το Ον όσο αυτό του αποκαλύπτεται και αυτό συμβαίνει διότι το ον αποτελεί σύλληψη και αποκάλυψη του Όντος όπου εκπορεύτηκε. Ο Πατήρ εκπόρευσε την Θεία Ανθρωποϊδέα που επιστρέφει στην Πηγή της μέσω Θέωσης. Φυσικά το υπέρλογο του Θεού δεν συλλαμβάνεται από την λογική του ανθρώπου και αυτό αποτελεί επιχείρημα για όσους θεωρούν ότι υπάρχει απόλυτη συνταύτιση ουσίας μεταξύ τους. Αυτό το συμπέρασμα όμως υπονοεί ότι απαιτεί μια ουσιώδη σχέση. Είναι η διαφορά που έχει το νερό που βρίσκεται μέσα στο σπήλαιο με το νεράκι που αναβλύζει έξω από το στόμιο της πηγής και έρχεται σε επαφή με τις εξωτερικές συνθήκες. Το νερό που μαζεύεται από τις βροχές του ουρανού σε μια υπόγεια αφανέρωτη κοιλότητα είναι ωστόσο το ίδιο με αυτό που θα τρέξει από την πηγή και προέρχεται από το εξατμισμένο αφαλατωμένο νερό των ωκεανών.

Σε αυτό το χονδροειδές παράδειγμα η ουσία του Θείου βρίσκεται στον Ήλιο που προκαλεί εξάτμιση και από τα αποτελέσματα των ακτινών του μετέχουμε στην Ουσία του. Το ίδιο υδρογόνο που βρίσκεται στην ήλιο βρίσκεται και στο νερό. Άλλες όμως οι συνθήκες στον ήλιο και άλλες σε κάθε πλανήτη. Η χαρά που προέρχεται από την ικανοποίηση των επιθυμιών, είναι το κακέκτυπο της ευδαιμονίας της ψυχής που υψώνεται πάνω από τις γήινες ηδονές, είναι η αυτοβεβαίωση της ουσίας της ύπαρξής μας. Το θάρρος υπερνικά την αγωνία του θανάτου και της μοίρας και ο χαρακτήρας μας γίνεται το πεπρωμένο μας. Ο άνθρωπος που μετέχει στον Λόγο υπερβαίνει τους «θεούς» που υφαίνουν την μοίρα. Η συμμέθεξη του προσώπου με το Λόγο υπερβαίνει την πολυθεϊστική δύναμη της μοίρας. Δεν αφήνουμε λοιπόν τον πόνο να κατακτήσει το κέντρο της ύπαρξής μας με την επίγνωση ότι ο πόνος είναι συνέπεια μιας παροδικής αιτίας και αντλούμε την ανδρεία της πίστης στην σωτηρία από ένα Θεό που μετείχε στον ανθρώπινο πόνο.

Δεν είναι θέμα υπακοής τυφλής σε μια εντολή, αλλά Θείας Χάρης που φωτίζει τον ενάρετο. Η αγωνία της μοίρας και του θανάτου υπερνικάται με την συμμετοχή του ανθρώπου στο Θείο Ον, που πήρε στους ώμους του το βάρος μας. Η αγάπη είναι αξίωση άνευ όρων που καταλύει κάθε αξίωση ή απάντηση κάθε ερωτήματος σε ένα κόσμο που εξελίσσεται μαζί με τον άνθρωπο. Το θάρρος να υπάρχεις και να είσαι ο εαυτός σου, είναι το θάρρος να δεχτείς κάποιον απαράδεκτο ως αποδεκτό. Όταν παύουμε να συγχωρούμε, χάνουμε το θάρρος της ύπαρξής μας και του κόσμου μας.

Το Θείο Εγώ είναι ο Εγώ Ειμί, ο αθάνατος Θείος Εαυτός μας. Το ενεργητικό πνεύμα του όντος. Όταν αυτό προβάλλεται στα πεδία του υλικού κόσμου, η εστίασή του προκαλεί καμπύλωση στο χωρόχρονο και συμπύκνωση σωματιδίων που διαθέτουν κάποια μάζα, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούν και σαν κύματα ενέργειας. Το Αληθές Ον προβάλλεται ως συνείδηση στο χώρο του Μη Όντος, που υπάρχει σε μια ουδέτερη ανυπαρξία, και τότε γεννιέται το ένα νοητικό εγώ, που προβάλλεται ως Παθητικό Ον, και θα γονιμοποιήσει τη συνείδηση του Αληθινού Όντος, που δρα ενεργητικά ως γονιμοποιητής. Η επίδραση του Πύρινου Πνεύματος του Ενεργητικού Όντος στην ύλη, προκαλεί μία εξάτμιση ψύχους, που ονομάσαμε Ψυχή. Η Ζωή της Ψυχής προϋπάρχει και μορφοποιείται όταν ενεργοποιηθεί. Κατανοώντας αυτό, κατανοούμε την ορθόδοξη άποψη, ότι ταυτόχρονα με την γέννηση έρχεται και μια νέα Ψυχή στο υλικό σώμα. Όμως, είναι το Πνεύμα που ενεργοποιείται κατά τη σύλληψη, διαμορφώνοντας το περίπνευμα, που ονομάζεται Ψυχή, δηλαδή έναν επενδύτη, μία μόνωση, που επιτρέπει τη δημιουργική δράση του στην ύλη. Με αυτόν τον τρόπο κατανοείται η τριαδική σχέση σώμα-ψυχή-πνεύμα.

Οι ενορατικοί δίδασκαν ότι η έδρα της ψυχής, ο θρόνος της, βρίσκεται στο κωνάριο και απελευθερώνεται όταν ο πνευματοσπινθήρας στην καρδιά, η συνείδηση του όντος εγώ, επανασυνδέεται συνειδητά με το Εγώ Ειμί, το Αληθές Ον. Δηλαδή όταν η μερικότητα επιστρέφει στην απειρότητα, διατηρώντας την μοναδικότητα του Ιερού Προσώπου.

Όταν το αληθές ον εκδηλώνει στα πεδία της ύλης την ταυτενέργειά του με τον Λόγο, στην Πανταχού Παρουσία του Θείου που πληρεί τα πάντα, συνλειτουργεί με τα Χερουβείμ (Εξαπτέρυγα ή Πολυόποδα-Πανταχού Παρών) και τα Σεραφείμ (Πολυόμματα-τα Πάντα Πληρών). Αυτή η δράση από το άχωρο και το άχρονο στο χωροχρονικό, είναι η απαραίτητη συνθήκη που κινητοποιεί τους Θρόνους, που είναι οι φύλακες του Θρόνου της Ψυχής, για να την απελευθερώσουν από τον πυραμιδικό κρύσταλλο που βρίσκεται παγιδευμένη. Η συνείδηση της ελευθερίας εξαρτάται από την άγνοια των αιτιών που μας κυβερνούν. Η λήθη της πνευματικής μας ταυτότητας είναι η αιτία του εγκλωβισμού της ψυχής και η Αλήθεια που μας αποκαλύπτεται εσωτερικά «ο Χριστός που σκήνωσε εν ημίν», είναι εκείνος που την ελευθερώνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: